Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

Παραδοσιακό κλαρίνο


Παραδοσιακό κλαρίνο

[Αφιερώνεται στα γνήσια παγκύρια των χωριών μας]
(της Αγγελικής Ταλαμάγκα)

Το κλαρίνο στη χώρα μας αποτελεί το κυριότερο μελωδικό όργανο στο λαϊκό μουσικό συγκρότημα που ονομάζεται κομπανία και αποτελείται από κλαρίνοβιολίλαούτο η κιθάρα και σαντούριΠρωτοεμφανίστηκε ως λαϊκό όργανο στα βόρεια μέρη της Ελλάδας πριν από περίπου 135 χρονιά στην Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονίαπριν από 80-90 χρόνια στη Θεσσαλία τη Ρούμελη και το Μωριάκι από γενιά σε γενικά κατέβηκε προς τα παράλιαΠριν από 60-70 χρόνια εμφανίζεται στη Στερεό Ελλάδα ενώ πριν από 40-45 περίπου χρόνια εμφανίζεται στην Αθήνα και σε μερικό νησιά του ΑιγαίουΣτην Κρήτη η παρουσία του είναι σχεδόν ανύπαρκτηΟυσιαστικά δεν ανήκει στη μουσική οργανολογία του λαού μας.


Η ιστορία της εισόδου του στον ελληνικό χώρο είναι
πολυδιάστατηΌπως αναφέρει η Δέσποινα Μαζαράκη
ήρθε με τους Τουρκόγυφτους από την Τουρκία και τα Βαλκάνια το 1835 και κατά τον Σταύρο Καράκαση και από την Ευρώπη μέσω των φιλαρμονικών της ΕπτανήσουΣτην κυρίως Ελλάδα εμφανίστηκε μέσω των τουρκικών στρατευμάτων κι αργότερα μέσω των ελληνικών μουσικών συγκροτημάτων (μπάντες). Ουσιαστικά ακολουθήθηκαν δύο δρόμοι:
1. Από τη Θεσσαλονίκη στη ΔΜακεδονία προς τη Στερεά με κύριο αντιπρόσωπο το Γέρο-Μέτο.
2.Από την Ήπειρο με κύριο αντιπρόσωπο το Σουλεϊμάνη.

Στην αρχή χρησιμοποιούνταν το κλαρίνο σε Ντο με δύο κλειδιά αργότερα με τρία και ύστεραμε έξιώσπου γύρω στα 1810 πήρε την τελειωτική του μορφήαυτή των 13 κλειδιώνΟιΈλληνες κατασκευαστές ακολούθησαν την ίδια ιστορική εξέλιξη στην κατασκευή τουκλαρίνου με εκείνη του κλαρινέτου στη Δυτική Ευρώπη.

Αρχικά λοιπόνέπαιζαν κλαρίνα με λίγα κλειδιάΆλλα από αυτά ήταν ξενόφερτα κι άλλαελληνικής κατασκευήςΕγχώριας παραγωγής ήταν οι τζουράδεςόργανα 40-50 πόντων (με τοπολύ έξι κλειδιά), φτιαγμένα από πουρνάρια κι από έλατοΟι τζουράδες εμφανίζονται αρχικόστη ΣιάτισταΑποτελούσαν ουσιοστικά κλαρίνα κουαρτίνα σε μι μπεμόλ που χρησιμοποιούσανοι στρατιωτικές μπάντεςΒέβαια στην παραδοσιακή μουσική η χρήση τους ήταν πρακτικώςδύσκολη αφού τα βιολιά δεν μπορούσαν να κουρδίσουν τόσο ψηλά.

Στην Ήπειρο και στα περισσότερα μέρη χρησιμοποιούσαν κλαρίνα σε σι μπεμόλΟιπερισσότεροι όμως από τους παλιούς και σχεδόν όλοι οι Τουρκόγυφτοι είχαν χαμηλά κλαρίνα σελα μπεμόλΘεωρούμε ότι ήταν καλύτερα για τους τραγουδιστέςΣτη Δυτική Μακεδονίαχρησιμοποιούν ακόμα κλαρίνα σε σι b.

Δεν έχουν περάσει 40 με 45 χρόνια που συνήθισαν οι λαϊκοί οργανοπαίκτες τα κλαρίνα σε ντοΣύμφωνα με δύο παλιούς οργανοπαίκτες τον Αγαπητό και τον Σταμέλο«Όταν το κλαρίνο είναι χαμηλό θα ‘ναι και το βιολί χαμηλόΤότε δεν μιλάνε τα σαντούριαδεν έχουν απόδοση»2Οξύς ήχος του κλαρίνου σε ντο βοηθάει στο ν’ ακούγεται η μελωδία και να μη σκεπάζεται από το λαούτο και το σαντούρι όταν η κομπανία παίζει στο ύπαιθροΓια τον πρακτικό οργανοπαίχτη τα «πιασίματα» είναι πιο προσιτάΗ μικρότερη αντίσταση στο φύσημα που παρουσιάζεται στο ορντινάριο κλαρίνο σε σχέση με το κλαρίνο Μπεμ βοηθά στο να ξεκουρντίζει ο πρακτικός με τη φύσα πιο εύκολα το ευρωπαϊκό του κούρντισμα και να προσαρμόζει τις φωνές της ελληνικής κλίμακας που ΘέλειΕπίσης το κλαρίνο σε Ντο δεν έχει «δακτυλίδια» (ορισμένα κλειδιάστις τρύπες που αντιστοιχούν στον δείχτητον μεσαίο και τον παράμεσο των δύο χεριώνέτσι ο πρακτικός είναι σε θέση να βγάλει και τις πιο λεπτές αποχρώσεις του τόνου σκεπάζοντας περισσότερο ή λιγότερο με το δάκτυλο του την κάθε τρύπαακριβώς όπως κάνει και στη φλογέρα ή στην καραμούζα.

Οι πρώτοι κλαριντζήδες μεταπήδησαν στο κλαρίνο από το ζουρνά ή την καραμούζαΆλλοι πάλι από την φλογέρα έμαθαν πίπιζα και κατόπιν κλαρίνοΤα περισσότερα κλαρίνα τα κατασκεύαζαν οι ίδιοι οι οργανοπαίχτες εξαιτίας της οικονομικής τους δυσχέρειας να αποκτήσουν όργανο εργοστασίου που στοίχιζε σχετικώς ακριβά και που ήταν δυσεύρετο στην ύπαιθροοπότε μιμούνταν τα πρότυπα των αυθεντικών κλαρίνων που είχαν οι τυχεροί.

Μεγάλη ώθηση στην ιστορική εξέλιξη του κλαρίνου έδωσε το Καφέ-Αμάν3Στην ουσίακαταργείται ο ζουρνάς με τον πολύ οξύ ήχοο οποίος ήταν κατάλληλος για γλέντι στηνύπαιθροΈτσι το δίδυμο ζουρνάς - νταούλι αντικαθίσταται στα Καφέ-Αμάν από τηνκομπανίαΣτο Καφέ-Αμάν ο κόσμος δεν χορεύει, ασχολείται κυρίως μ’ αυτό που θα δει ή θ’ ακούσει Οι κλαρινιντζήδες για να κρατούν ζωντανό το ενδιαφέρον του κοινού αναγκάζονταιπλέον να μελετήσουν.

Στόχος του καλού κλαριντζή είναι η επεξεργασία του δημοτικού μέλουςΧρησιμοποιείαφάνταστη ποικιλία σε μελωδικά και ρυθμικά στολίδια παράλληλα με εντυπωσιακή δακτυλικήδεξιοτεχνίαΤο κλαρίνο εμφανίζεται στην ωρίμανση και την τελευταία λάμψη της δημοτικήςμας μουσικήςΟ πρακτικός στολίζει τους φθόγγους με όλο και περισσότερες «ξένες» νότες σεποικίλους ρυθμούς στο σημεία όπου αλλοιώνονται οι πραγματικές διαστάσεις της μελωδίαςΟρυθμικός σκελετός μεταμορφώνεταικαι οι πραγματικοί φθόγγοι της μελωδίας συνθλίβονταικαι γίνονται αγνώριστοι με αποτέλεσμα να νοθεύεται ο χαρακτήρας του μέλους στο σύνολοτου.

Τα μελίσματα γίνονται κυρίως με τα δάκτυλαΗ δεξιοτεχνία που αναπτύσσουν οι πρακτικοί είναι εκπληκτικήΚαμιά κίνηση δεν γίνεται άσκοπαΗ κατάκτηση βέβαια της δεξιοτεχνίας δεν έγινε από τη μια μέρα στην άλληΗ εξέλιξη ήρθε σιγά-σιγά από γενιά σε γενιάΈνας χαρακτηριστικός όρος της δεξιοτεχνίας των κλαριντζήδων είναι το τρανσπόρτοΣημαίνει ναχει ο οργανοπαίχτης την ευχέρεια στη χρήση όλων των κλειδιών του οργάνου.

Υπάρχει διαφορά στον τρόπο παιξίματος του οργάνουΥπάρχουν πρακτικοί που τονίζουν το ρυθμικό στοιχείο και
άλλοι που τονίζουν το μελωδικόΌσον αφορά στο ρυθμικό στοιχείουπάρχει μία συγκεκριμένη τεχνική που ονομάζεται ατάκαΗ ατάκα είναι ουσιαστικά χτύπημα της γλώσσας για τον τονισμό του ρυθμούΣχεδόν κάθε μουσικός φθόγγος συνοδεύεται από την ανάλογη ατάκαΠολλές φορές οι πρακτικοί κάνουν κι ένα σχετικό σφίξιμο στα χείληΈτσι ανεβάζουν ή κατεβάζουν το τονικό ύψος του κάθε φθόγγου και τον τοποθετούν εκεί που τον θέλουνΜ’ αυτόν τον τρόπον ο ήχος γίνεται πιο έντονοςπιο τραχύςπιο δυνατόςπιο κατάλληλος για ν’ ακουστεί στον ανοιχτό χώρο της υπαίθρου.Μερικοί κάνοντας μία έντονη ατάκα κι ένα βαθμιαίο σφίξιμο στο κάτω χείλοςπου συνοδεύεται με ανάλογο παραμόρφωμα στο φύσημά τουςπετυχαίνουν και βγάζουν εκείνα τα περίεργα βουητά που δίνουν κέφι και διασκεδάζουν τους χορευτές.

Όσον αφορά τώρα στον μελωδικό τρόπο παιξίματοςβέβαιαεδώ δεν χρησιμοποιούν ατάκα ή ακόμα κι εκεί που είναιυποχρεωμένοι να κάνουν ατάκα γίνεται τόσο απαλή που δύσκολα διακρίνεταιΤην έντασηστο παίξιμο τη δίνουν με εσωτερικό τρόποΟ τονισμός της μελωδίας γίνεται με μελωδικότρόπο (τρίλλιεςτσακίσματα κ.λπ.). Κάνοντας ένα ανεπαίσθητο τρεμούλιασμα στην αναπνοήτους δίνουν έναν εσωτερικό παλμό στον ήχο τουςΑυτό είναι ένα απ’ τα κύριαχαρακτηριστικά των κλαριντζήδων από την ΉπειροΕπίσηςόταν θέλουν να περάσουν από τημια νότα στην άλλη περνάν διαδοχικά απ’ όλεςκαι τις μικρότερες ακόμα μελωδικέςενδιάμεσες υποδιαιρεθείς του ήχουΤα μελωδικά γλιστρήματα (γκλισάνταδεν έχουν σχέση μετο βούισμα που κάνουν οι κλαριντζήδες που δίνουν έμφαση στο ρυθμικό στοιχείοΣ’ εκείνους είναι απλά ένα παιχνίδι στον ίδιο φθόγγοΕδώ είναι ολόκληρη νοοτροπία παιξίματος.

Οι πρακτικοί οργανοπαίχτες τις φράσεις τους δεν τις δίνουν με ανοίγματα ή σβησίματα του ήχουΤις δίνουν με μελωδικά στολίδια που τα συνδυάζουν και τα προσθέτουν οι ίδιοι στη δοσμένη μελωδία των τραγουδιώνΌταν πρέπει η μελωδία ν’ ακουστεί δυνατά την παίρνουν μία οκτάβα ψηλότερα και το αντίστροφοΟι πρακτικοί μαθαίνοντας να παίζουν κλαρίνο σκοπεύουν και προσπαθούν ν αποδώσουν το σκοπότη μελωδίαΤο κλαρίνο αυτό καθ’ εαυτό ωςόργανο δεν τους ενδιαφέρει«Πρώτα είναι το τραγούδι και μετά έρχεται το παίξιμο»4λένε
χαρακτηριστικάΓια τους πρακτικούς η μελωδία είναι ο γνώμονας που θα τους δείξει το δρόμοΚι αυτό τους ενδιαφέρει και μόνοο δρόμοςΤην τεχνική τη μαθαίνουν μέσα από τα κομμάτια που παίζουν και μαθαίνουν τόση όσο χρειάζονται για να μπορούν να τα εκτελέσουν.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Τζουράςτούρκικη λέξη που σημαίνει «μικρός»Οι Τούρκοι έτσι ονομάζουν κάθε μικρό όργανο που βγάζει ψηλή φωνή.
2. Από το βιβλίο της Δέσποινας Μαζαράκη Το Λαϊκό Κλαρίνο.
3.Καφέ-Αμάνκαφενείο που έχει πάλκο για μουσική και χορευτικά νούμεραΟι μουσικοί έπαιζαν τραγούδια αλά τούρκο (γύφτικακαι οι γυναίκες χόρευανΠροπολεμικά υπήρχαν στην Αθήναστις περισσότερες επαρχιακές πόλεις αλλά και στα μεγάλα και πιο εξελιγμένα χωριάΗ μουσική βεβαίως ήταν πιο απαλή και ο ήχος των οργάνων εξευγενισμένος σε σχέση με τον τρόπο παιξίματος στα πανηγύρια της υπαίθρουΤο παίξιμο στα Καφέ-Αμάν έπρεπε να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον ενός κοινού που απλώς παρακολουθούσε και δεν συμμετείχε πλέον ενεργά στα μουσικά τεκτενόμεναΣτα Καφέ-Αμάν πολλά παραδοσιακά κομμάτια προσαρμόστηκαν στις καινούργιες απαιτήσεις του τόπου και του χρόνου.
4.   Από το βιβλίο του Φοίβου Ανωγειανάκη Ελληνικά Λαϊκά Μουσικά Όργανα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Φοίβος ΑνωγειανάκηςΕλληνικά Λαϊκά Μουσικά Όργανα.
2. Δέσποινα Μαζαράκη: Το Λαϊκό Κλαρίνο.
3. Σταύρος ΚαράκασηςΕλληνικά Μουσικά ΌργαναΑρχαία Βυζαντινά - Σύγχρονα.


Πηγή: «ΤΕΤΡΑΜΗΝΑ»

Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης 
Λαμίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου