Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2022

Αποχαιρετισμός αναχωρησάντων (Βασίλης Καραγιάννης του Γεωργίου)

 Ένας ακόμη χωριανός μας, αποχαιρέτησε τον μάταιον τούτο κόσμο …

Ο Βασίλης Καραγιάννης, γιος του Γιώργου και της Ευθυμίας, μεγάλωσε στον Λουτσοβιώτικο κάμπο που σήμερα είναι σκεπασμένος από τα νερά της λίμνης. Το σπιτι τους ήταν κοντά στο δημόσιο  δρόμο Λιδωρικίου-Ναυπάκτου, στην θέση ένωση που απείχε ένα περίπου χιλιόμετρο από την γέφυρα του Κόκκινου στην διασταύρωση με τον δρόμο που οδηγούσε προς το χωριό.

Βιοπορίστικε από μικρός στην Αθήνα και μαζί με τον αδελφό του Παναγιώτη λειτουργούσαν το θρυλικό καφενείο «Ρούμρλη» στην οδον Ιπποκράτους στα Εξάρχεια για σχεδόν 50 χρόνια. Εξαίρετος επαγγελματία και πολύ καλός άνθρωπος. Θα τον θυμόμαστε με αγάπη. Θερμά συλλυπητήρια στους οικείους του, αιώνια η μνήμη του.

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2022

Κάλλιον: Το χωριό-φάντασμα που χάθηκε στη λίμνη

 

Το χωριό-φάντασμα που χάθηκε στη λίμνη

Το χωριό-φάντασμα που χάθηκε στη λίμνη

«Πώς αφηγείσαι την ιστορία ενός τόπου που δεν υπάρχει πια;» αναρωτήθηκαν οι Σωτήρης Τσίγκανος κι ο Ιώνιαν Μπισάι, δημιουργοί του «NEROMANNA», της μικρού μήκους ταινίας για το πνιγμένο Κάλλιο και τη διάσπαση της κοινότητάς του. Για τις ανάγκες του πρότζεκτ, οι δύο εικαστικοί καλλιτέχνες προχώρησαν σε υποβρύχια κινηματογράφηση, συνοδεύοντας τα ανατριχιαστικά πλάνα του βυθισμένου χωριού (είναι το μόνο σχετικό υλικό που υπάρχει) με τις αφηγήσεις των κατοίκων του. Τους εντόπισαν έπειτα από έρευνες στο Λιδωρίκι, στην Αθήνα και σε άλλες περιοχές της χώρας, όπου σκόρπισαν τη δεκαετία του ’80. «Το Κάλλιο ήταν ένα χωριό πάρα πολύ ωραίο, με τα νερά του τα κρύα, με τας πηγάς του» λέει μια γερόντισσα στην ταινία. «Δεν το πιστεύαμε όταν μας είπαν ότι θα φύγουμε από κει. Πνιγήκαμε για να πιει ο κόσμος νερό, αλλά ποιος μας άκουσε;». Θυμούνται εκείνες τις ώρες, τις τελευταίες του χωριού. «Οταν ήρθε το νερό μες στην αυλή, αναγκαστήκαμε να τα φορτώσουμε όλα και να φύγουμε. Ημασταν εκεί που πνίγηκε η εκκλησία, μεταφέραμε τις εικόνες, πιανόταν η ψυχή σου. Μάζευα τα πράγματα από το σπίτι κι έκλαιγα λες κι είχα πεθαμένο. Βλέπαμε τα σπίτια μας να καλύπτονται από το νερό. Ξέρεις τι είναι να χάνεις τη σειρά σου, το σπίτι σου, τα πάντα όλα;» λένε οι χωριανοί. «Διαλυθήκαμε, ξεχωρίσαμε, δεν βλεπόμασταν πια». Το Κάλλιο είχε πάρει το όνομά του από την αρχαία Καλλίπολη που αναπτυσσόταν στον ίδιο τόπο. Ερείπια της αρχαίας πόλης βρίσκονται σήμερα στην κορυφή του βουνού και μερικά στον πάτο της λίμνης… Πολλά από τα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών βρίσκονται στο αρχαιολογικό μουσείο Λιδωρικίου.

Το χωριό-φάντασμα που χάθηκε στη λίμνη-1
Οι δημιουργοί της μικρού μήκους ταινίας «NEROMANNA», Σωτήρης Τσίγκανος και Ιώνιαν Μπισάι.

Το 1993, η ξηρασία οδήγησε τη στάθμη της λίμνης του Μόρνου να υποχωρήσει αισθητά, φανερώνοντας ξανά το βυθισμένο Κάλλιο. Το χωριό μαζεύτηκε στην όχθη για να παρακολουθήσει το απόκοσμο θέαμα, αλλά αυτή η συγκέντρωση θύμιζε μνημόσυνο. «Ηταν σαν να βλέπεις τους πεθαμένους, καλύτερα να μην τα έβλεπες» θυμάται ένας παππούς. Γρήγορα το Κάλλιο ξαναχάθηκε στην κρυψώνα του. Φανερώθηκε πάλι για λίγο το 2007, σε μια άλλη ξηρασία. Εκτοτε μένει κάτω από το νερό και στις αναμνήσεις των κατοίκων του. «Οταν φτιάξαμε το σπίτι στην Πεντάπολη, είδα στο όνειρό μου ότι άδειασε η λίμνη και πήγα στην αυλή και είπα “αχ σπιτάκι μου σ’ αγαπάω”» λέει μια χωριανή. «Δεν θέλω να βλέπω τη λίμνη, θέλω να βλέπω τον τόπο. Το κάστρο, τον Αη Λια, απέναντι το βουνό. Το νερό δεν μου κάνει αίσθηση καμιά».

Το «NEROMANNA» παρουσιάστηκε πρώτη φορά στην Μπιενάλε της Αθήνας το 2017. Στο πλαίσιο του εικαστικού-ερευνητικού πρότζεκτ, ο Ιώνιαν Μπισάι και ο Σωτήρης Τσίγκανος προσκάλεσαν τους κατοίκους του Καλλίου σε εκδήλωση στο κτίριο της Βαρβακείου. «Στήσαμε ένα γλέντι, οι κάτοικοι μαζί με τους επισκέπτες και τους περίοικους είχαν τη δυνατότητα να τοποθετηθούν δημόσια για την ιστορία τους, να ξαναβρεθούν» λέει στην «Κ» ο Σωτήρης. Το πνιγμένο χωριό στήθηκε προσωρινά σε νέες συντεταγμένες. Για τους καλλιτέχνες, η ενασχόληση με το Κάλλιο είχε έντονη συναισθηματική φόρτιση. «Η ιδέα για το πρότζεκτ προέκυψε από δημοσιεύματα που έπεσαν στην αντίληψή μας. Οταν αρχίσαμε να το ψάχνουμε, διαπιστώσαμε ότι δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες. Αποφασίσαμε να πάμε εκεί να το επισκεφθούμε. Βρήκαμε ανθρώπους, μιλήσαμε μαζί τους. Από την πρώτη στιγμή ήταν φανερή η πικρία τους ότι δεν αναγνωρίστηκε ποτέ η θυσία τους». Οπως λέει ο κ. Τσίγκανος, δεν είναι μόνο ότι έχασαν τα σπίτια τους και έγιναν πρόσφυγες, αλλά χάθηκε και η δομή της κοινότητάς τους. «Οπως μας είπαν, πολλοί έφυγαν από τη ζωή, γιατί δεν μπορούσαν να συνηθίσουν τη νέα κατάσταση».

Το χωριό-φάντασμα που χάθηκε στη λίμνη-2

Το λέει κάποιος στο τέλος του βίντεο, με απλά, αλλά συγκλονιστικά λόγια. «Οποιος έρχεται το τέλος του και θα πάει στον άλλο κόσμο, θα πάει εκεί. Ξαναμαζεύεται το χωριό».

Το έργο διεκδικεί το πρώτο βραβείο στο ισπανικό φεστιβάλ Loop, ενώ θα εκτίθεται μέχρι τέλη Οκτωβρίου στην έκθεση Blind Date, Versions of artistic citizenship σε επιμέλεια Αντώνη Βολανάκη στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης. Μπορεί κάποιος να το παρακολουθήσει επίσης στον σύνδεσμο vimeo.com/latentcommunityproject.

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2022

γκλίτσα

 Η λέξη γκλίτσα  προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη αγκύλος. Με τη νεότερη υποκοριστική κατάληξη -ιτσα έγινε αγκυλίτσα και με συγκοπή αγκλίτσα. Τελικά και γκλίτσα και κλίτσα. Μια γκλίτσα αποτελείται από δυο τμήματα. Το ίσιο ραβδί, το «αγκλιτσόξυλο» ή «γκλιτσόξυλο»,και τη χειρολαβή της με το κυκλικό σχήμα, το «κεφάλι γκλίτσας».



Τετάρτη 31 Αυγούστου 2022

Αποχαιρετισμός αναχωρησάντων (Δημήτριος Λέτσος)

 Έφυγε από ζωή και κηδεύθηκε σήμερα στο νεκροταφείο του χωριού μας ο Μήτσος ο Λέτσος ετών 91.

  Ο  Μήτσος είχε καταγωγή από τον Άβορο και ήταν παντρεμένος  την Μυγδάλω, κόρη του Αποστόλη και της Σοφίας Κοράκη. Είχε μεταναστεύσει αρχικά στην Γερμανία και μετά στην Αυστραλία, τα τελευταία χρόνια ζούσε στην Αθήνα. Θερμά συλλυπητήρια στην οικογένεια του, καλό ταξίδι..


Στην φωτογραφία του 1968 ο Μήτσος ο Λέτσος είναι δεύτερος στον χορό στην αυλή του μαγαζιού του Θύμιου του Καραγιάννη.

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2022


 Ο αείμνηστος Χαράλαμπος Καραδήμας στην εκκλησία της μεταμόρφωσης του Σωτήρος στην θέση Καστανιές.

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2022

Αγία Μονή στον Λουτσοβιώτικο κάμπο.

 
Ο Σπυρος και η Κατίνα Μπερτσιά με τα παιδιά τους Κώστα και Γιώργο.

Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στο εξωκλήσι  της Παναγίας (Αγία Μονή) στον κάμπο του Κόκκινου, πιθανώς το 1962 στις 23 Αυγούστου, ανήμερα της γιορτής, Σήμερα η περιοχή είναι σκεπασμένη  από τα νερά της λίμνης..

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2022

Ο Παπαδιαμάντης σε διήγημα του το 1900 αναφέρει το Λιδωρίκι και τα Σάλωνα…(Απόλαυσις στη Γειτονιά).

 Διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Το Άστυ σε δύο συνέχειες, στις 15 και 16 Αυγούστου 1900. Σάτιρα και δράμα μαζί, μοναδικό στο είδος του, γιατί του λείπει ολότελα η αφήγηση και όλη η ιστορία εξελίσσεται μεσ’ από το κουτσομπολιό των γυναικών μιας γειτονιάς της Αθήνας για ένα νεαρό άνδρα, που αυτοκτόνησε από έρωτα.

- Ετελείωσε;... αλήθεια;
- Tώρα ξεψύχησε.
- Και τον εμεταλάβανε;
- Θα τον θάψουν με παπάδες;
- Έζησε ως δεκαπέντε ώρες.
Από παράθυρον εις αυλόπορταν, από εξώστην εις δώμα, από χαμόγειον εις ανώγειον, επετούσαν το πρωί οι πτερόεντες αυτοί διάλογοι μεταξύ των γειτονισσών. Και μεγάλη περιέργεια εφέρετο ελαφρά εις τον αέρα.
- Η άμοιρη η μάννα! κλαίει και δέρνεται.
- Ο πατέρας, ο έρμος, λείπει.
- Και δεν του ντελεγραφούνε νάρθη;
- Είπαν πως του ντελεγραφήσανε.
- Που βρίσκεται;
- Στη Λειβαδιά, μούπαν, ή στο Λιδωρίκι.
- Στα Σάλωνα, όχι στην Λειβαδιά!
- Στην Σαντορίνη, όχι στα Σάλωνα!
- Η δόλια η μαννούλα τα τραβά όλα.
- Και δε λυπήθηκε τα νιάτα του;... Δεκαοχτώ χρονών παιδί, ακούς εσύ!
- Και τι μορφόπαιδο! τι σεμνό και συλλογισμένο περπατούσε!
- Ακόμα δεν ίδρωνε το μουστάκι του! Κι έκαμε τη ζωή του χαλάλι!
- Στην κοιλιά είχε χτυπηθή;
- Στο στομάχι, παραπάνω, στο στήθος, κοντά στο βυζί.
- Στο υπογάστριο, όχι στο στήθος!
- Με μαχαίρι;
- Με μαχαίρι.
- Δεν ήξευρε να χτυπηθή, το ελάχιστο, στο πόδι! είπε η μία.
- Στο σπίτι μέσα μαχαιρώθηκε;
- Απάνω, στο Αστεροσκοπείο.
- Στο Θησείο, καλέ, όχι στο Αστεροσκοπείο!
- Κι έζησε δεκαπέντε ώρες;
- Μάλιστα, από εψές το δειλινό ως τα σήμερα το πρωί.
- Και τι να λιμπιστή; Το επήρε κατάκαρδα, ως τόσο.
- Κείνο το κορίτσι το μελαχροινό!
- Είδες μαύρη που ήταν· μα νόστιμη, αλήθεια.
- Τι είναι; τι είναι; ηρώτησε μία άνιφτη, αχτένιστη, η οποία τώρα ακόμη εξήλθεν από το υπόγειον δωμάτιον, όπου εκατοικούσε.
- Να, ο Μιχαλάκης που σκοτώθηκε.
- Ποιος Μιχαλάκης;
- Κείνο το παιδί της κυρίας Βασιλειάδους, που περνούσε από 'δω.
- Α! ο Μιχαλάκης, της κυρίας Βασιλειάδους; και γιατί σκοτώθηκε;
- Εσύ μονάχα δεν είσ’ από 'δω; Δεν άκουσες τίποτα;
- Όχι, γιατί σκοτώθηκε;
- Θέλεις να σου πω το γιατί; Να, από έρωτα, το καημένο...
- Και ποιαν αγαπούσε;
- Θα τον θάψουν, λέει, με παπάδες; Έδωκε ο Μητροπολίτης την άδεια;
- Να, ο παπα-Γρηγόρης του είπε: δεν σε μεταλαβαίνω αν δεν ξαγορευθής...
- Κι εκείνο τι είπε; Μπόρεσε και μίλησε;
- Κι εκείνο τού είπε: Κανένας δεν φταίγει, παπά μου· εγώ μονάχος μου το έκανα. Εφταξούσιος δεν ήμουν; Εφταξούσιος βέβαια.
- Και τόχε πάρει κατάκαρδα; Λένε πως την αγαπούσε από μικρή.
- Από δώδεκα χρονών την αγαπούσε. Δώδεκα χρονών εκείνος, ένδεκα αυτή.
- Και το φώναζε, το είχε μεγάλο μεράκι. Η θα την πάρω, μητέρα μου, ή θα σκοτωθώ.
- Το είπε και τόκανε.
- Τι αίσθημα!...
- Μα εκείνη δεν τον αγαπούσε; έλαβε καιρόν να ερωτήση η άνιφτη, η τελευταία εξελθούσα από το ισόγειον, προς την αυλόπορταν, όπου ίσταντο δύο ή τρεις γυναίκες, ενώ άλλαι τρεις ή τέσσαρες ανταπεκρίνοντο προς ταύτας υψηλά από μπαλκόνια ή παράθυρα, ως χελιδόνες εις τας φωλεάς των, υπό τα γείσα των στεγών.
- Τι μορφόπαιδο! κρίμα!
- Τώρα, έχει φύγει από τη γειτονιά η μικρή εκείνη.
- Νανία την έλεγαν, θαρρώ, ή πως την έλεγαν; Ανιψιά τής κυρία-Παναγιώτους, που την έχει πάρει ψυχοπαίδα, επειδής είναι άκληρη.
- Α! της κυρία-Παναγιώτους;
- Μαύρη, χλωμή, με μεγάλα μάτια, νόστιμη, συμπαθητικιά. Μάτια που έσφαζαν.
- Να που έσφαξαν ένανε.
- Έχει φύγει από δω απ' το μαχαλά με τη μητέρα της· είναι πεντ’ έξι μέρες.
- Με ποια μητέρα της; με τη θεια της, την ψυχομάννα της.
- Και πού κοντά κάθισαν τώρα.
- Ποιος ξέρει; Στη Νεάπολη, ψηλά επάνω.
- Στο Κολωνάκι, όχι στη Νεάπολη!
- Κι εκείνη δεν τον αγάπαε; ηρώτησεν πάλι η ακτένιστη.
- Εκείνη εκοίταζε πολλούς· είχε αργολάβους. Εκανε αργολαβίες με το μεροκάματο.
- Δεν θα είναι παραπάν’ από δεκάξι χρονών κορίτσι.
- Ως δεκαεφτά θα είναι.
- Δεκαεφτά, δεκαοχτώ, τόσο...
- Θα πάη τάχα να κλάψη στην κάσα του; Θα πάη στον τάφο του να κλάψη;
- Και πότε θα τον θάψουν;
- Θα τον ξενυχτίσουν τάχα; ή σήμερα το δειλινό θα τον παν’;
- Μα ετελείωσε για τα καλά; Είπαν, πως ψυχομαχούσε.
- Ξεψύχησε, καλέ, τον αλλάζουν. Θέλετε να τον ζωντανέψετε πίσω;
- Αχ! η μάννα η άμοιρη!

Αριστερά, εις την πρώτην καμπήν της οδού, εις στενόν δρομίσκον, υπήρχε μικρά κομψή οικία, ανήκουσα εις την οικογένειαν του νέου του αυτοκτονήσαντος.
Η οικογένεια κατώκει εις το ισόγειον.
Ο θάλαμος, όπου είχαν εξαπλωμένον τον νεκρόν, είχε δύο παράθυρα ημιανοικτά προς τον δρόμον.
Έξω, επί του πεζοδρομίου, γύρω εις το παράθυρον, εσχηματίζετο πυκνόν ημικύκλιον από γυναίκας, παιδία του δρόμου, γείτονας και διαβάτας. Ο νεκρός ηπλωμένος επί της κλίνης εις το μέσον, δύο λαμπάδες έκαιον, η μήτηρ εξηκολούθει να κλαίη σπαρακτικώς. Οκτώ ή δέκα πρόσωπα, οικείοι ή συγγενείς, ίσταντο όρθιοι περί την κλίνην. Τέσσαρες ή πέντε γυναίκες εκάθηντο ολόγυρα.
Πας διαβάτης ίστατο έξω διά να ίδη. Αι γυναίκες της γειτονιάς, μη χορταίνουσαι να βλέπουν, εσπόγγιζον διαρκώς τα τόσον εύκολα δάκρυα. Ηκούοντο ψιθυρισμοί·
- Ωχ! Κρίμα στο νέο!
- Δε λυπήθηκε τα νιάτα του!
- Πώς άλλαξε το πρόσωπο του!
- Σαν να κοιμάται είναι!
- Να, τώρα θα μας μιλήση!
- Να μίλαε της μητέρας του, να την παρηγορήση!
- Δεν τον έπαιρνε ξώψυχα!
- Δεν ήξερε να μη χτυπήση δυνατά!
- Δεν το έκανε καλύτερα με ρεβόλβερο, μπορούσε να μην τον έπαιρνε καλά η σφαίρα.
- Δεν έπαιρνε τίποτις από το φαρμακείο να πιή, να του δώσουνε αντιφάρμακο! είπε μία.
- Δεν κατάπινε τίποτα σπίρτα, να του δίνανε γιατρικό να τα ξέρναε! είπεν άλλη.
- Ωχ! Κρίμα ’ς!
- Αχ! η δόλια η μαννούλα!

Επάνω εις μίαν ταράτσαν ίσταντο το πρωί της άλλης ημέρας τρεις νεαραί γυναίκες, τέσσερα ή πέντε κοράσια, ηλικίας μεταξύ πέντε και δέκα ετών και μία γεροντοτέρα. Η ταράτσα έβλεπεν εις τινά γειτονικήν αυλήν, αντίκρυζε δε πλαγιώτερον ολίγον προς την δυτικήν θύραν, την νοτιοδυτικήν γωνίαν και το μικρόν κωδωνοστάσιον του ενοριακού ναού της συνοικίας.
- Να, τον φέρνουνε!
- Είναι κόσμος κάμποσος!
- Να το καπάκι· να τα φανάρια· να κι ο Σταυρός!
- Να κι οι παππάδες!
- Πού είναι η κάσα;
- Ω, λουλούδια και κακό· νά τος, νά τος!
- Πούναι τος, μαμά; πούναι τος;
Και η μικρά κορασίς ανερριχάτο προσκολλώμενη εις τον θριγκόν, κύπτουσα απλήστως, με κίνδυνον να πέση.
- Δε φαίνεται καλά· είναι κόσμος μπροστά... ωχ! δεν μπορούν να σταθούν παράμερα!
- Σταθήτε, καλέ, στην άκρη!...
- Να, τον πάνε μες στην εκκλησιά!...
- Καλά-καλά δεν τον είδαμε.
- Εγώ δεν είδα, μαμά!...
- Θα τον ιδούμε τώρα που θα τον βγάλουν έξω! θα πάρουν τον κάτω δρόμο.
- Στο κάτω νεκροταφείο δεν θα τον παν’ ;
- Μπορεί να τον παν’ και στο απάνω· μα αλλάζουν πάντα το δρόμο...
- Κόσμος που μπαίνει μες στην εκκλησιά!
- Να ο αδελφός του, με δύο φίλους που τον κρατούν μπράτσο.
- Πούναι, μαμά, πούναι;
- Να, τώρα πάει μέσα...
- Πάνε μέσα όλοι· και δεν είδαμε τη μάννα του.
- Πού να ιδείς, τόσος κόσμος!
- Αχ! η δόλια του η μαννούλα!... Πως δε λυπήθηκε τα νιάτα του!...
- Ο πατέρας λείπει, λένε, δεν είν' εδώ.
- Η έρμ' η μάννα τα τραβά όλα!
Ηκούσθη κλάψιμον παιδίου ανερχόμενον από τον θάλαμον δια της θύρας προς την ταράτσαν.
- Ο γυιός σου κλαίει, Σταματούλα!
- Τι να το κάμω; Ζαλίζεται να το σκύβω στην ταράτσα· δεν θα ιδώ τίποτα· ας κλάψη!
Εφάνη κίνησίς τις ανθρώπων περί τας δύο θύρας του ναού, την δυτικήν και την πλαγίαν· άνθρωποι εισήρχοντο δρομαίως ή εξήρχοντο.
- Τι είναι, καλέ; Τ’ είναι;
- Κάτι τρέχει· τι να είναι;
- Μην ήρθε ο πατέρας του σκοτωμένου και τρέχουν έτσι;
- Μα του ντελεγραφήσανε τάχα; Και πρόφταινε νάρθη;
- Μην ελιγοθύμησε η μάννα του;
- Γιατί τρέχει έτσι ο κόσμος;
- Μην έπεσε κανένα παιδί απ' το γυναικίτη; Σα φωνές ακούω, κλάϊματα.
- Απ' το γυναικίτη;
- Η κουμπάρα η Θοδώρα, που πήγε τώρα στην εκκλησιά, δε βαστούσε· ήθελε να ιδή· έγκυος με το παιδί στην αγκαλιά…
- Μην της έπεσε το παιδί απ' τα χέρια, καθώς θα έσκυβε απ' το γυναικίτη;
- Τι λες, καλέ; Πώς σου φάνηκε αυτό;
- Δεν ξέρω κι εγώ τι να πω. Άλλες κάμποσες πηγαίνουν και καβαλικεύουν στα στασίδια, απ' οπίσω απ' τον ψάλτη για να ιδούνε... Μα η κουμπάρα θ' ανέβηκε στο γυναικίτη.
- Ακόμα τρέχουν!... Η μάννα του νεκρού θα λιγοθύμησε... Αυτό θα είναι!
- Ακούστε να σας πω!... μην ήρθε κείνη η αραπίτσα η Νανία, που αγαπούσε ο σκοτωμένος;... Είπαν πως γι' αυτήν σκοτώθηκε.
- Και μην έπεσε απάνω στο νεκρό, αβάσταχτα, τραβώντας τα μαλλιά της!...
- Ποιός να ξέρει!... Νάξερα, θα πήγαινα στην εκκλησιά!...
- Από πού να μάθη κανείς!...
- Νά, ο μπαρμπα-Λιμπέρης!... Ε, μπαρμπα-Λιμπέρη, μπαρμπα-Λιμπέρη!
Η μικρά κορασίς είδε μεταξύ του πλήθους, έξω του ναού, ένα συγγενή της μητρός της ιστάμενον και ήρχισε να φωνάζει ακράτητα:
- Mπαρμπα-Λιμπέρη! μπαρμπα-Λιμπέρη! E, μπαρμπα-Λιμπέρη!
Αλλ' εκεί όπου ίστατο ο καλούμενος φυσικά υπήρχον πλειότεροι θόρυβοι και η φωνή της παιδίσκης δεν θα έφθανε ν' ακουσθή.
- Μπαρμπα-Λιμπέρη! Λιμπέρη! ε Λιμπέρη! δεν ακούς;... Θείε Λιβέριε! Λιμπέρη! Ε μπαρμπα-Λιμπέρη!
Τον έκραζε δια να έλθη, να τους ειπή τι είχε συμβή εντός του ναού και πόθεν η κίνησις εκείνη, την οποίαν τους εφάνη ότι παρετήρησαν. Αλλά πιθανόν να μη είχε συμβή τίποτε και βέβαιον, ότι ο μπαρμπα-Λιμπέρης δεν θα ήξευρε τίποτε να τους είπη, και αν ακόμη ήκουε τας φωνάς της μικράς ανεψιάς του.
- Μα γιατί δεν ακούει, καλέ; κουφός είναι;
- Να, τώρα τον ανησπάζονται, είπεν η γραία· ησυχάσατε· τώρα θα βγουν· άρχισαν κι ανησπάζονται.
- Πώς το ξέρεις;
Βγαίνουν ένας-ένας απ' την εκκλησιά· ανησπάζονται και βγαίνουν... Τώρα θα τον βγάλουν.
- Θα τον βγάλουν, γιαγιά, γλήγορα;
- Τώρα, σε λιγάκι.
Ηκούσθησαν και πάλιν οι κλαυθμοί του παιδίου, υποκάτωθεν ακριβώς της ταράτσας.
- Σταματούλα, δεν ακούς; το παιδί έσκασε να κλαίη!
- Ας κλάψη· ζαλίζεται να τον σκύβω στην ταράτσα και δε θα ιδώ τίποτε.
- Να, τώρα θα βγουν έξω.
- Μα γιατί άργησαν;
- Αργούν πολύ.
- Αχ! πότε θα βγουν;
- Θα τον ιδούμε, μαμά; θα τον ιδώ κι' εγώ;
- Τώρα θα βγουν.
- Μα πώς αργούν ακόμα;
- Να τώρα πήραν στα χέρια το Σταυρό, τα φανάρια.
- Να, βγαίνουν.
- Να οι παπάδες!
- Να, τώρα θα βγη το λείψανο!
- Πούναι το, μαμά; πούναι το;
- Να!
- Ωχ! μαύρος, μαύρος, που έγινε! απ' τη μαχαιριά τάχα; χύθηκε το αίμα· πώς μαύρισε!
- Εγώ δεν βλέπω, μαμά!... μαμά!
- Να, εκεί· βαστάξου καλά, μη σκύβης.
- Αχ! καημένα νιάτα! κρίμα ’ς! κρίμα ’ς!
- Η άχαρη η μαννούλα του!
- Να την! κείνη η ντελικάτη, η μαυροφόρα· μπαίνει μες στο αμάξι μαζύ με άλλες δύο...
- Πού είναι την, μαμά;...
- Τώρα μπήκε μες στην καρότσα· πάνε!
- Αχ! μαύρη μαννούλα!
- Κρίμα ’ς τα νιάτα του!
- Θεός σχωρέσ' τονε!
- Θεός σχωρέσ' τονε!

Και το βάσανον του ατυχούς νεκρού έμελλεν οσονούπω να τελειώσει.
Απήλθε, με την ελπίδα να εύρη εις άλλον κόσμον ολιγωτέραν περιέργειαν.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/anthology/89?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2022-08-16

© SanSimera.gr

Σάββατο 6 Αυγούστου 2022

Μάχη στις Kαρούτες

Η Μάχη στις Kαρούτες  πραγματοποιήθηκε στις 5 Αυγούστου του 1944 μεταξύ των αντιστασιακών του ΕΛΑΣ και του ναζιστικού στρατού κατοχής. 

Με βάση τις εντολές της ομάδας Στρατιών Ε, τον Αύγουστο του 1944 έγιναν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις (κωδικός Εχίδνα) για την καταπολέμηση του αντάρτικου καθώς και των περιοχών που άνηκαν στην Ελεύθερη Ελλάδα και διοικούνταν από τη ΠΕΕΑ. Για τον σκοπό αυτό στις επιχειρήσεις εντάχθηκε και το επίλεκτο και ειδικό για ανταρτοπόλεμο 18ο Σύνταγμα Ορεινών Κυνηγών των S.S( SS-Polizei-Gebirgsjäger-Regiment 18).

Ο ΕΛΑΣ έχοντας εξασφαλίσει καλύτερο δίκτυο πληροφοριών μπόρεσε να ξεκόψει το 3ο τάγμα από τις κύριες δυνάμεις των Γερμανών εγκλωβίζοντας το ανάμεσα σε «λαβίδα».

Η μάχη κράτησε λίγες ώρες, με πλήρη επικράτηση του ΕΛΑΣ. Ο υπολοχαγός Όττο Βέμπερς εκπροσωπώντας τους παγιδευμένους Γερμανούς που ήθελαν να παραδοθούν ζήτησε να συνομιλήσει με ανώτερο αξιωματικό. Αφού ο λοχαγός του ΕΛΑΣ Γιάννης Λαζαρίδης επέδειξε παλιά υπηρεσιακή του ταυτότητα, οι περισσότεροι επιζώντες Γερμανοί παραδόθηκαν.

Η μάχη στις Καρούτες ήταν από τις μεγαλύτερες στην Εθνική Αντίσταση. Στους εορτασμούς της μάχης το 1984 ο πλέον στρατηγός Όττο Βέμπερς απέστειλε επιστολή η οποία και διαβάστηκε.

.

Βίντεο από: doadim44

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2022

Αποχαιρετισμός αναχωρησάντων (Ανδριανή Β. Μετάνια)

Στις 12 Ιουλίου άλλη μια απώλεια για το χωριό μας.

Η Ανδριανή, νύφη του χωριού μας, μας αποχαιρέτησε..

Η Ανδριανή, ετών 86, ανώτερη υπάλληλος του υπουργείου Μεταφορών ,ήταν σύζυγος του Βασίλη Μετάνια, αδελφού του αείμνηστου Παπαδημήτρη.

Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε στο κοιμητήριο του χωριού μας.

Αιώνια η μνήμη της, θερμά συλλυπητήρια στην οικογένεια της. 

Αποχαιρετισμός αναχωρησάντων (Χαράλαμπος Κ. Καραδήμας)

 Χθες το μεσημέρι (18/7)  συγγενείς και φίλοι αποχαιρέτησαν στο νεκροταφείο του χωριού μας  τον αγαπητό μας συγχωριανό Μπάμπη ετών 91.

Ο Χαράλαμπος Καραδήμας ήταν ο τελευταίος της γενιάς του, που πήρε το δρόμο που δεν έχει επιστροφή. Ο Μπαμπης μαζί με όλους τους αξέχαστους παλιόφιλους, τον Γιώργο, τον Σπύρο, τον Θύμιο, τον Γιάννη, άφησαν έντονα το στίγμα τους στην κοινωνία του χωριού μας. Ήταν άνθρωπος που δεν πέρασε απαρατήρητος απο αυτό τον κόσμο. Άριστος οικογενειάρχης, σωστός άνθρωπος και όλοι μας τον αποχαιρετούμε με ιδιαίτερη λύπη και ταυτόχρονα θα μείνει για πάντα στην μνήμη μας για το θετικό αποτύπωμα που άφησε στην κοινωνία.

Αιώνια η μνήμη του, θερμά συλλυπητήρια  στην οικογένεια του 




Στα Μπλόιθια το 2021 μαζί με την γυναίκα του την Μαρία 

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2022

Χαράλαμπος Στέφος

 ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΑΚΤΙΚΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΛΟΓΟΥ (ΟΣΕΛ):


Ο Χαράλαμπος Στέφος  (1932 – 2009) – ζωγράφος από τον Κόκκινο Δωρίδας - ανακηρύχτηκε Τακτικό Μέλος της Οικουμενικής Σχολής Ελεύθερου Λόγου στις 12 Αυγούστου 1995.


Στις 6 Αυγούστου 20022, η Οικουμενική Σχολή Ελευθέρου Λόγου (Ο.Σ.Ε.Λ.) θα παρουσιάσει στο Πνευματικό Κέντρο Άμφισσας το βιβλίο-λεύκωμα «Χαράλαμπος Στέφος: Κατοχή Πείνα / 1940-1944» για να τιμήσει τη μνήμη του ζωγράφου.




Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Τα νερά του Βαρδουσιών!

 Τα νερά του Βαρδουσιού

«Κίνησαν δυο άνθρωποι να πάνε να μετρήσουνε τα νερά του Βαρδουσιού. Κι΄ αφού πήγαν, όλη μέρα μέτραγαν. Μέτρησαν, μέτρησαν, το βράδυ έγειραν, χάθηκαν. Τους έφαγε το στοιχειό του Βαρδουσίου. Ξανά πήγαν άλλοι την άλλη μέρα, το ίδιο έπαθαν κι΄ αυτοί. Ξανά πηγαίνουν κι άλλοι, τα ίδια κι αυτοί. Δεύτερα πήγαν άλλοι δύο κι’ έγειραν σταυρωτά. Έβαλαν τα ποδάρια αντάμα – αντάμα και τα κεφάλια τους χώρια και φαίνονταν σαν άνθρωπος με δύο κεφάλια. Πήγε το στοιχείο του Βαρδουσιού να τους φάει και τούρθε θάμασμα και τότε μαρτύρησε τα νερά κι είπε: «Μα τα εβδομήντα δυο νερά του Βαρδιουσιού, ανθρώπου με δυο κεφάλια δεν ματαείδα!» Και τότε έμαθε ο κόσμος το πώς το Βαρδούσι έχει εβδομήντα δυο νερά, σαν να λέμε βρύσες. 
(Πολίτη Γ.Νίκου1904: Παραδόσεις, μελέται περί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού, τόμος Α΄, σελίς 264, εκδ. Ιστορική έρευνα). Και τότε έμαθε ο κόσμος το πώς το Βαρδούσι έχει εβδομήντα δυο νερά, σαν να λέμε βρύσες. (Πολίτη Γ.Νίκου1904: Παραδόσεις, μελέται περί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού, τόμος Α΄, σελίς 264, εκδ. Ιστορική έρευνα).

Σάββατο 9 Ιουλίου 2022

Τα Χάνια πνίγονται


1979: το νερό της λίμνης του Μόρνου  σκεπάζει τα Χάνια του Στενού, ένας όμορφος μικροοικισμός εξαφανίζεται για πάντα…η φωτογραφία είναι από το βιβλίο του αείμνηστου Πάνου «η νερομάννα της Αθήνας».




 

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2022

Μια τριλογία ανάπλασης για αριστείο!

 

Διαβάζουμε στην αγγλική Wikipedia τον ορισμό της τριλογίας:

«Η τριλογία είναι ένα σύνολο τριών έργων τέχνης που συνδέονται και μπορούν να θεωρηθούν είτε ως ένα μόνο έργο είτε ως τρία μεμονωμένα έργα. Βρίσκονται συνήθως στη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και τα βιντεοπαιχνίδια και είναι λιγότερο συνηθισμένα σε άλλες μορφές τέχνης».

Αν οι συντάκτες της Wikipedia είχαν υπόψη τους τα τρία έργα ανάπλασης στο ορεινό χωριό Κόκκινος με την πανοραμική  θέαση στην τεχνητή λίμνη του Μόρνου θα είχαν αβίαστα προσθέσει στη λήμμα τριλογία Λούτσοβος! Υπερβολικό θα πει κάποιος και ίσως και  άκρως σοβινιστικό.

Καθένας μπορεί να έχει την γνώμη του αλλά όσοι δουν την ολοκληρωμένη εικόνα των παρεμβάσεων στην πλατεία του Αγίου Βασίλειου, στη βρύση & Καραούλι και στην ανατολική είσοδο του χωριού στα Μπλόιθια 
θα χαρούν ιδιαίτερα για την καλαισθησία, το συμμετρικό αρχιτεχνικό μοτίβο και το απόλυτο δέσιμο των έργων με το υπέροχο φυσικό περιβάλλον. Χάρμα ιδέστε!!

Βέβαια το έργο έχει ονοματεπώνυμο:ο αγαπητός Σπύρος Καραδήμας, στέλεχος μεγάλης πολυεθνικής εταιρίας, είναι ο ιθύνων νους και ο χρηματοδότης αυτού του υπέροχου έργο. 

Ο Σπύρος, ένας υπέροχος άνθρωπος με σεμνότητα και ανιδιοτέλεια προσφέρει στην γενέτειρα του και όλοι εμείς οι συγχωριανοί του του είμαστε ευγνώμονες!!

Οι φωτο είναι από το τελευταίο έργο στην βρύση του χωριού. 




Τρίτη 5 Ιουλίου 2022

Οι ελαιώνες των Σαλώνων

Η ίδρυση της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας και οι ελαιώνες των Σαλώνων!

Προκειμένου να αντιμετωπίσει ο Κυβερνήτης Καποδίστριας  την οικονομική ανόρθωση της χώρας επεδίωξε να συγκεντρώσει τα ανενεργά κεφάλαια πλούσιων ιδιωτών. Γι’ αυτό, στις 2 Φεβρ. 1828, δημιούργησε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα, πρώτη ελληνική Τράπεζα, με διευθύνοντα σύμβουλο τον πρόβουλο της Οικονομίας Γ. Κουντουριώτη και σύμβουλους τους Γ. Σταύρου και Αλεξ. Κοντόσταυλο. Μάλιστα για να δώσει παράδειγμα, κατέθεσε ο ίδιος 1.000 τάληρα. Ο τόκος ορίστηκε στο 8%. Μέτοχοι μπορούσαν να γίνουν και εκείνοι που δεν είχαν ρευστό, αλλά προς πώληση προϊόντα. 

Το υψηλό επιτόκιο ερμηνεύεται από τις μεγάλες χρηματικές ανάγκες της χώρας. Πρόθεση του συντάκτη του οργανισμού της Τράπεζας ήταν να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κοινού προς αυτό το πιστωτικό ίδρυμα. Αυτή λοιπόν η Τράπεζα σχηματίζεται με ιδιωτικά κεφάλαια, αλλά είναι φανερή η παρέμβαση του κράτους, κάτι που ήταν στις προθέσεις του Καποδίστρια. Αυτό έγινε με διάταγμα της 29 Μαρτίου 1828, με το οποίο υπήχθη στο Τμήμα της Οικονομίας του Πανελληνίου. Η δημιουργία αυτής της Τράπεζας απέβλεπε στην αντιμετώπιση των επειγουσών αναγκών της χώρας, έως ότου φθάσουν από το εξωτερικό τα αναμενόμενα χρήματα. Η εμπιστοσύνη όμως του λαού στην Τράπεζα κλονίστηκε, γιατί η άσχημη κατάσταση της οικονομίας τον έκανε να πιστεύει ότι θα συνεχιζόταν η επέμβαση του κράτους σ’ αυτήν και η «αρπαγή» των κεφαλαίων της για την κάλυψη κρατικών αναγκών. Γι’ αυτό οι εκκλήσεις του Καποδίστρια δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.

Επίσημοι ντόπιοι και ξένοι κατέθεσαν χρήματα, αλλά ο Καποδίστριας δεν έμεινε ικανοποιημένος από τις καταθέσεις των προκρίτων, ιδίως των Υδραίων. Κατά τον Βακαλόπουλο, η απροθυμία των μεγαλοκτηματιών για κατάθεση χρημάτων στην Τράπεζα δεν οφειλόταν μόνο στην παράλειψη του Κυβερνήτη να ασφαλίσει τους μετόχους με υποθήκευση εθνικών κτημάτων, αλλά και σε άλλους λόγους: στην εξανέμιση κεφαλαίων εξαιτίας του μακροχρόνιου πολέμου ή στη φυγάδευσή τους στο εξωτερικό και στο ότι ο τρόπος καταβολής των κεφαλαίων στην Τράπεζα θεωρήθηκε ως ένα είδος καταναγκαστικού δανείου. Άλλωστε, οι πρόκριτοι είχαν δυνατότητα να δανείζουν χωρικούς με τόκο πέντε φορές μεγαλύτερο, ασφαλίζοντας τα δανειζόμενα χρήματα με υποθήκευση των κτημάτων των δανειζόμενων. Έπειτα, δεν φαινόταν στον ορίζοντα η προοπτική σύναψης νέων δανείων από το εξωτερικό. Έτσι, είτε κρύβουν τα χρήματά τους είτε τα επενδύουν σε αγορές γαιών ή τα δανείζουν με ενυπόθηκα δάνεια και υψηλούς τόκους. Για αύξηση των κεφαλαίων της ψηφίστηκε στις 3. 2. 1830 να δοθούν στην Τράπεζα για υποθήκευση οι σταφιδάμπελοι Κορίνθου και Βοστίτσας (Αιγίου), οι ελαιώνες των Σαλώνων (Άμφισσας), τα σμυριδωρυχεία και οι αλυκές της Νάξου και τα ορυχεία και οι αλυκές της Μήλου. Εντούτοις, οι εργασίες της δεν βελτιώθηκαν· αντίθετα παρατηρήθηκε μείωση των κεφαλαίων της και μαρασμός, παρά την ευχάριστη είδηση (Απρίλιος 1830) ότι η συνδιάσκεψη του Λονδίνου είχε απφασίσει να δοθεί στην Ελλάδα δάνειο ύψους 60.000.000 φράγκων. Μάλιστα, πολλοί καταθέτες άρχισαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους, ενώ από τα μέσα του 1830 η Τράπεζα αδυνατούσε να αποδώσει στους καταθέτες πάνω από 50 τάλιρα. Τελικά, η Τράπεζα, ορθότερα η Κυβέρνηση, βρισκόταν σε πλήρη αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της, επιστρέφοντας τα κατατεθέντα κεφάλαια, δηλ. είχε ουσιαστικά πτωχεύσει, κάτι που πίκρανε τον Καποδίστρια. Γι’ αυτό διαλύθηκε το 1834 από την οθωνική Αντιβασιλεία. Εντούτοις, η διάθεσή του να δημιουργηθεί μία αξιόπιστη Τράπεζα ήταν έκδηλη λίγους μήνες πριν από τη δολοφονία του. 

Πηγή: Γ. Β. ΝΙΚΟΛΑΟΥ Αναπληρωτής καθηγητής

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (1828-1831)

 

Η φωτογραφία είναι από το βιβλίο του Γ Ανέστου: σκέψεις και κουβέντες από ένα καραούλι των Βαρδουσίων 


Πέμπτη 30 Ιουνίου 2022

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2022

Σκέψεις και κουβέντες από ένα καραούλι των Βαρδουσίων του Γ.Δ. Ανέστου

 Σκέψεις και κουβέντες από ένα καραούλι των Βαρδουσίων.



Το τελευταίο του βιβλίο εξέδωσε πρόσφατα ο εκλεκτός συμπατριώτης μας, Γεώργιος Δημ. Ανέστος, επίτιμος σχολικός σύμβουλος Π.Ε. με τίτλο: σκέψεις και κουβέντες από ένα καραούλι των Βαρδουσίων  (διακόσια χρόνια ελευθερίας 1821-2021).


Ο συγγραφέας σπούδασες στην Μαράσλειο παιδαγωγική ακαδημία, μετεκπαιδεύτηκε στην φιλοσοφική σχολή συνέχισε στην Πάντειο και στην Νομική με πολιτικές και νομικές επιστήμες.

Υπηρέτησε ως δάσκαλος σε πολλά χωριά της Ελλάδος και στην Γερμανία.

Το βιβλίο είναι εξαίρετο γιατί ο συγγραφέας με την ωραία γραφή του κατάφερε να συμπυκνώσει σε  εκατό σχεδόν σελίδες τα σημαντικά γεγονότα που αφορούν τον Ελληνισμό από την άλωση της Πόλης μέχρι σήμερα. 

Φυσικά δεν παραλείπει να αναφερθεί στα σημαντικά δρώμενα αυτής της περιόδου στην ορεινή δωρίδα τονίζοντας με αυτό τον τρόπο τον ιδιαίτερο ρόλο της στην ελληνική ιστορία.

Η αγάπη του για τον γενέθλιο τόπο είναι έκδηλη στα  κείμενα του και το φωτογραφικό αρχείο που δημοσιεύεται στο τέλος του βιβλίου είναι ανεκτίμητο.

Θερμά συγχαρητήρια στο αγαπητό δάσκαλο και πιστεύω πως αξίζει όλοι μας και ιδιαίτερα οι Δωριείς να το διαβάσουμε!


Το βιβλίο είναι των εκδόσεων: Κουλτούρα, Σόλωνος  54 όπου μπορείτε να το προμηθευτείτε. 



Τρίτη 7 Ιουνίου 2022

Λίμνη Μόρνου.

 Το οξύμωρο είναι ότι η λίμνη Μόρνου είναι ενταγμένη στο δίκτυο Natura και αποτελεί σπουδαίο υδροβιότοπο. Έκλεψε μα έδωσε και ζωή!!

Άρης Γαβριελάτος /https://a8inea.com/mornos_lake/


Δευτέρα 30 Μαΐου 2022

Το μονοπάτι του Καραγιάννη στη Γκιώνα

Το μονοπάτι του Καραγιάννη στη Γκιώνα

Η εμβληματική ορθοπλαγιά της Πλάκας

Γκιώνα. Το Ασέληνον Όρος των αρχαίων Ελλήνων. Το θρυλικό βουνό της Ρούμελης. Το πέμπτο ψηλότερο βουνό της Ελλάδας.

Ένα βουνό , που εκτός των άλλων, διαθέτει τη μεγαλύτερη και ομορφότερη ορθοπλαγιά των Βαλκανίων με ανάπτυγμα 1.100 μέτρα -την περίφημη Πλάκα- κοντά στο χωριό Συκιά.

Σ’ αυτήν την ορθοπλαγιά, όπως και σε άλλες του βουνού, έχουν ανοιχθεί σημαντικές αναρριχητικές διαδρομές, διαφόρων βαθμών δυσκολίας και τεχνικών, με πρωτοπόρο (ποιον άλλο;) τον Γιώργο Μιχαηλίδη, όπου με σχοινοσύντροφο τον Λεοντιάδη άνοιξαν το 1959 την «Μιχαηλίδης-Λεοντιάδης», την πιο κλασική αναρριχητική διαδρομή των ελληνικών ορθοπλαγιών, σύμφωνα με το routes.gr.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο γνωστός ορειβάτης και εκπαιδευτής της εποχής, Δημήτρης Καραγιάννης, ψάχνοντας να βρει μια σύντομη διαδρομή που θα εξυπηρετούσε τους αναρριχητές στην κατάβασή τους στην αφετηρία, άνοιξε ένα εντυπωσιακό μονοπάτι που πήρε το όνομά του, το περιβόητο «Μονοπάτι του Καραγιάννη», μια από τις πιο απαιτητικές ορειβατικές διαδρομές των ελληνικών βουνών, ειδικά τον χειμώνα με τα χιόνια.


Και ποια είναι αυτή η αφετηρία;

Η Συκιά από το μονοπάτι του Καραγιάννη

Δεν είναι άλλη από το γραφικό ρουμελιώτικο χωριό της Συκιάς, που είναι χτισμένο στα ριζά της επιβλητικής ορθοπλαγιάς της Πλάκας σε υψόμετρο 720 μέτρα.

Το χωριό ονομάστηκε «Σκιά», αφού ο Ήλιος το καλοκαίρι έρχεται στο χωριό μετά τις 10 το πρωί και τον χειμώνα, μετά τις 12 το μεσημέρι, ενώ ένα τμήμα του χωριού δεν το βλέπει ο ήλιος καθόλου για 2-3 μήνες. Στο πέρασμα των χρόνων, η ονομασία του χωριού παραφράστηκε σε «Συκιά» ή «Συκέα».

Η Συκιά και στο βάθος το ανάπτυγμα της νότιας κορυφογραμμής των Βαρδουσίων

Η ορειβατική πρόκληση της διάσχισης του «Καραγιάννη» ξεκινά από το γήπεδο μπάσκετ του χωριού, και συγκεκριμένα πίσω από μια πετρόχτιστη βρύση, και κινείται παράλληλα με τα τελειώματα του Λαζορέματος. Η πορεία μας έχει δυτική κατεύθυνση προς την Πλάκα της Συκιάς.

Πορεία στη θέση Βάρκο Δεσπότη

Μετά από 15’ πορείας, λίγο πριν τα 800 μέτρα υψόμετρο βγαίνουμε από το ρέμα κι αρχίζουμε να ανηφορίζουμε με καγκέλια σε γυμνή πλαγιά, στη θέση «Βαρκό Δεσπότη», μπαίνοντας όλο και πιο βαθιά στην «αγκαλιά» της ορθοπλαγιάς. Το μονοπάτι είναι καλογραμμένο με καλή σήμανση (κίτρινα σημάδια σε άσπρο φόντο).

Στο βάθος η Συκιά

Μετά από 40’ και 1,1 χλμ. πορείας –λίγο πριν τα 900 μέτρα υψόμετρο- το μονοπάτι αλλάζει κατεύθυνση προς βορρά.

Ουσιαστικά κινούμαστε στην δεξιά πλευρά του Λαζορέματος, που ξεκινάει από τις νότιες πλαγιές του Πύργου (2.063 μ.), η κορυφή του οποίου αρχίζει να ξεπροβάλλει στο βάθος.

Πορεία στο Λαζόρεμα

Μετά από 1 ώρα και 2 χλμ. πορείας –στα 1.100 μέτρα υψόμετρο- φτάνουμε σε χαρακτηριστικό ώμο, όπου ευθεία στο βάθος βλέπουμε την επιβλητική κορυφή του Πύργου και την κοίτη του Λαζορέματος.

Η αρχή του μονοπατιού του Καραγιάννη. Μπροστά μας ξεδιπλώνεται η βαθιά χαράδρωση του Λαζορέματος, ενώ στο βάθος ξεχωρίζει η κορυφή του Πύργου (2.063 μέτρα).

Από το σημείο αυτό ξεκινάει και το μονοπάτι του Καραγιάννη (στα δεξιά μας υπάρχει βράχος με κόκκινο σημάδι), και αν θυμάμαι καλά και κούκος.

Ένα μικρό βράχινο step στην αρχή του μονοπατιού θα δημιουργήσει τα πρώτα προβλήματα, γιατί λόγω της υγρασίας είναι ιδιαίτερα γλιστερό

Ακολουθώντας τα κόκκινα σημάδια στα βράχια, αρχίζουμε να ανηφορίζουμε σε πλαγιά με μεγάλη κλίση.

Το μονοπάτι του Καραγιάννη μας δείχνει τα δόντια του από τα πρώτα μέτρα. Σύντομα, φτάνουμε σε ένα βράχινο πέρασμα (κόκκινο βέλος στον βράχο) όχι μεγάλης δυσκολίας, αλλά ιδιαίτερα γλιστερό λόγω της υγρασίας.

Μεγάλη η κλίση της πλαγιάς που ανεβαίνουμε, ενώ η θέα πίσω μας κόβει την ανάσα

 

Πανόραμα της νότιας κορυφογραμμής των Βαρδουσίων

Στο δεύτερο πέρασμα, μια εκτεθειμένη τραβέρσα λίγων μέτρων, που όμως από κάτω της έχει μια επιβλητική γκρεμίλα, έχει τοποθετηθεί συρματόσχοινο.

Βέβαια, ακριβώς από πάνω υπάρχει ένα δέντρο, όπου με ένα εύκολο σκαρφάλωμα από τα αριστερά του, περνάς απροβλημάτιστα από το σημείο αυτό. Έτσι έκανα και γω. Ίσως, όμως, τον χειμώνα τα πράγματα να ‘ναι διαφορετικά.

Το Λαζόρεμα, ο Πύργος και το διάσελο Μπότσικα

Κανά δυο ακόμη βράχινα περάσματα κρύβουν κάποιους κινδύνους μιας και είναι εκτεθειμένα. Και ειδικά όταν η ομάδα είναι μεγάλη, η χρήση σχοινιού κρίνεται απαραίτητη.

Ένα ακόμη “περίεργο” πέρασμα, όπου υπάρχει και βύσμα πάνω στο βράχο για την τοποθέτηση σχοινιού

Μια ακόμη εναέρια λήψη της Συκιάς, ενώ στο βάθος διακρίνεται η κοίτη του Μόρνου ποταμού

Η πορεία στο μονοπάτι του Καραγιάννη είναι συνεχώς ανηφορική, με μεγάλη κλίση. Στις 4 ώρες και 30’ μετά το ξεκίνημα από τη Συκιά, στα 4 χλμ. πορείας, βρισκόμαστε στα 1.900 μέτρα υψόμετρο , σε ένα βράχινο μπαλκόνι με εντυπωσιακή θέα προς τα γειτονικά Βαρδούσια.

Από εδώ κι ύστερα μπαίνουμε στο άγριο αμιγώς αλπικό κομμάτι της ανάβασης, έχοντας να αντιμετωπίσουμε διαδοχικές σάρες, λούκια και ράμπες.

Ένα ακόμη βράχινο πέρασμα που θέλει πολύ προσοχή

 

Πύργος αριστερά, Μπότσικας δεξιά, και στο βάθος ανάμεσά τους η Οίτη

Υπερπανόραμα των Βαρδουσίων από ένα μπαλκόνι στα 1.900 μέτρα υψόμετρο

Τα βήματά μας σ’ αυτό το σαθρό πεδίο με τις σάρες και τα λούκια πρέπει να είναι πολύ προσεκτικά, αν δεν θέλουμε να προκαλέσουμε την πτώση πετρών πάνω στα κεφάλια των συνορειβατών που μας ακολουθούν.

Μπαίνοντας στο αλπικό τμήμα του βουνού

 

Πορεία σε συνεχόμενα λούκια και σάρες. ΠΡΟΣΟΧΗ στις πέτρες.

Στα επόμενα 900 μέτρα πορείας θα κερδίσουμε 400 μέτρα υψόμετρο (!!!) και θα βγούμε σε ένα εντυπωσιακό μπαλκόνι, κάτω από την Πυραμίδα της Γκιώνας, με απεριόριστη θέα στα δυτικά και βόρεια.

Αυτά τα λούκια μοιάζουν ατέλειωτα

 

Τα εντυπωσιακά αντερείσματα της ορθοπλαγιάς της Πλάκας

 

Κι εκεί που λες ότι τέλειωσε το μαρτύριο, ένα ακόμη λούκι ξεπροβάλλει μπροστά σου

Σαθρά λούκια και σάρες

Η έξοδος στην κορυφογραμμή της Γκιώνας προϋποθέτει την ανάβαση μιας ράμπας με μεγάλη κλίση, που μοιάζει ατέλειωτη με τόση κούραση μαζεμένη στα πόδια.

Πραγματικό βάλσαμο και παρηγοριά, η θέα της κορυφής στο βάθος στ’ αριστερά μας, καθώς βγαίνουμε πάνω στην κορυφογραμμή μετά από 6 ½ ώρες ασταμάτητης ανάβασης, σε υψόμετρο 2.430 μέτρων.

Η θέα στα δυτικά από έναν μικρό εξώστη κάτω από την Πυραμίδα

 

Στην τελική κόντρα πριν βγούμε στην κορυφογραμμή

Χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα θα καλύψουμε και τα τελευταία μέτρα μέχρι την ψηλότερη κορυφή της Ρούμελης, και την πέμπτη ψηλότερη κορυφή της Ελλάδας.

Η κορυφή της Πυραμίδας (2.510 μέτρα) μας περιμένει στο βάθος

Η ανάβαση του μονοπατιού του Καραγιάννη είναι μια από τις πιο απαιτητικές διαδρομές των ελληνικών βουνών, καθώς μέσα σε 6 χιλιόμετρα θα πρέπει να καλυφθούν τα 1.800 μέτρα υψομετρικής διαφοράς ανάμεσα στη Συκιά (720 μ.) και της Πυραμίδας (2.510 μ.), γεγονός που μεταφράζεται σε μέση κλίση εδάφους της τάξης του 30%-35%.

Στην ψηλότερη κορυφή της Ρούμελης με φόντο τα αλπικά Βαρδούσια

Νερό στην διαδρομή δεν υπάρχει, παρά μόνο στην κατάβαση μετά τη Βαθιά Λάκκα ή στη Λάκκα Καρβούνι, στο καταφύγιο του ΠΟΑ.

Η θέα από την Πυραμίδα προς τα νότια. Στο άσπρο τετράγωνο διακρίνεται το καταφύγιο του Π.Ο.Α. στη Λάκκα Καρβούνι, ενώ ξεχωρίζει και η εντυπωσιακή χαράδρα της Ρεκάς.

Ο χρόνος που χρειάζεται για να ολοκληρωθεί η ανάβαση, εξαρτάται από τις ικανότητες των ορειβατών και την σύνθεση της ομάδας.

Η δικιά μου ανάβαση διήρκησε γύρω στις 7 ώρες, αλλά έγινε με μεγάλη ομάδα και υπήρχαν μεγάλες καθυστερήσεις στα περάσματα.

Ο Πύργος και το διάσελο Μπότσικα από την Πυραμίδα

Στα 3-4 δύσκολα κι εκτεθειμένα περάσματα που υπάρχουν στο μονοπάτι του Καραγιάννη (μιλάμε πάντα για στεγνό πεδίο), θεωρώ ότι η τοποθέτηση σχοινιού είναι απαραίτητη, ειδικά όταν στην ομάδα συμμετέχουν ορειβάτες χωρίς μεγάλη εμπειρία σε τέτοια πεδία.

Εξυπακούεται ότι αυτή η διαδρομή είναι απαγορευτική για αρχάριους ορειβάτες. Επίσης, όσοι αποφασίσουν να την περπατήσουν, είτε παρεΐστικα, είτε με σύλλογο, θα πρέπει να έχουν εξασφαλίσει ότι στην ομάδα θα υπάρχει κάποιος ή κάποιοι ορειβάτες με εμπειρία στη χρήση σχοινιών και λοιπού εξοπλισμού ασφάλισης.

Σε περίπτωση μεγάλης ομάδας (που δεν το συνιστώ), ιδιαίτερη προσοχή στα λουκιά και τις σάρες, καθώς οι πέτρες φεύγουν ανεξέλεγκτα από τις απροσεξίες των προπορευόμενων. Σ’ αυτή την περίπτωση, η χρήση κράνους κρίνεται επιβεβλημένη.

Χάρτης της διαδρομής

ΓΚΙΩΝΑ – ΒΑΡΔΟΥΣΙΑ • ΠΕΖΟΠΟΡΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ 1:25.000

Περιγραφή
Πεζοπορικός χάρτης των βουνών Γκιώνα και Βαρδούσια σε κλίμακα 1:25.000. Ένας εντελώς καινούργιος χάρτης που προτείνει για πρώτη φορά διαδρομές εξερευνήσης και περιπέτειας.
Οι διαδρομές εξερεύνησης, είναι η μαρτυρία μας ότι αυτή η διαδρομή μπορεί να γίνει κι ας μην υπάρχει εμφανές ίχνος μονοπατιού. Στις διαδρομές περιπέτειας υπάρχουν διαβαθμίσεις ανάλογα τον βαθμό δυσκολίας από εύκολο scrambling μέχρι αναρριχητικών απαιτήσεων περάσματα και εντοπίζονται τα σημεία ραπέλ.
Τα Βαρδούσια έχουν μια όψη για όλα τα γούστα: από το άγνωστο βόρειο συγκρότημα, στη θεαματική διάσχιση της νότια κορυφογραμμής και τις πιο τεχνικές αναβάσεις, Κόψη Κόρακα και Πλάκα – Πυραμίδα.
Στη Γκιώνα όλα σχεδόν περιστρέφονται γύρω από την επιβλητική Πυραμίδα και την ατελείωτη “βραχουριά” της δυτικής πλευράς της, με τις τεχνικές διαδρομές Καραγιάννη και Μπέκου. Ο χάρτης προσφέρει όμως πολλές εναλλακτικές πορείες, όπως τη Ρεκά ή τα σύντομα μονοπάτια για την Αρσαλή και τη σπηλιά του Μάγερ.

Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Ανάβαση
Έτος έκδοσης: 2019
Κωδικός χάρτη: 2.3

Κλίμακα: 1:25.000