Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος

Χρόνια πολλά πατριώτες , καλή Παναγιά!

Της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος σήμερα και έρχονται στην θύμιση μας γλυκές αναμνήσεις από το πανηγύρι μας. 
Σήμερα γιορτάζει το μικρό ξωκλήσι, που είναι κτισμένο στην πανέμορφη θέση Καστανιές με θέα τα Βαρδούσια και  σε έναν από τους μαγευτικούς κολπίσκους της λίμνης. Η σημερινή εκκλησία είναι η ‘’συνέχεια’’ της θαμμένης πλέον μαζί με τις  βιωματικές αναμνήσεις μας στα  βαθειά νερά της λίμνης . Ήταν κτισμένη δίπλα στην όχθη του Κόκκινου, ακριβώς απέναντι από τα Χάνια του Καραπιστόλη , στο βυθό της λίμνης και αυτά .
Όλοι, μικροί μεγάλοι, περιμέναμε την μέρα αυτή με ιδιαίτερη προσμονή. Από  νωρίς το πρωί παρέες, παρέες μαζευόμασταν και πιάναμε τις θέσεις μας γύρω από την εκκλησία . 
Η κάθε οικογένεια ή μάλλον το κάθε σόι είχε "αγκαζάρει " από πάππου  προς πάππου την θέση του . Μάλιστα  κάποιοι μερακλήδες για να ενισχύσουν  τον ίσκιο των μεγάλων πλατάνων που αφθονούσαν στην περιοχή ,  έκαναν και τα περίτεχνα τσαρδάκια σκεπασμένα  με δεματσούλες. 
Η φήμη του πανηγυριού ξεπερνούσε τα όρια της κοινότητας μας και είχαμε πολλούς  προσκυνητές από την διπλανή κοινότητα την Γρανίτσα ( Διακόπι) και μπορώ να πω, πως και λόγω της στενής γειτνίασης οι γρανιτσιώτες το θεωρούσαν και σαν δικό τους πανηγύρι . 
Πολλοί προσκυνητές ερχόντουσαν από το Βελούχι, την Αγλαβίστα, την Πενταγιού, το Κλήμα, το Σεβεδίκο, τον Αβορο,  από τα διπλανά  Χανιά και από τα Χάνια του Στενού . Δεν απουσίαζαν και οι προσκυνητές από την πρωτεύουσα της επαρχίας μας, το Λιδωρίκι . 
Οι νοικοκυρές είχαν ετοιμάσει και είχαν φέρει μαζί  τους τα λιτά αλλά πεντανόστιμα φαγητά τους και οπωσδήποτε τις περίφημες κολοκυθόπιτες  και τηγανησμένα ψάρια από τον ποτάμι μας τον Μόρνο .
Μια μικρή παρένθεση για να αναφερθώ στην παράδοση που είχε το χωριό μας  στο ψάρεμα και στο κυνήγι (για το κυνήγι θα γράψουμε άλλη φορά και να μην ξεχνάμε και το προσωνύμιο, κουναβολόγοι, που οι καλοί γείτονες μας, (από ζήλεια μάλλον ;), μας είχαν  προσάψει .
Είχαμε το προνόμιο ο κάμπος μας να ακουμπά στις όχθες του μεγάλου ποταμιού, του Μόρνου και του παραπόταμου, του Κόκκινου .  
Ο Κόκκινος στέρευε τους καλοκαιρινούς μήνες, συνήθως από τα μέσα Ιουλίου και από την μεγάλη τσιμεντένια γεφυρα και προς τα κάτω δεν είχε νερό.  Όσο προχωρούσε το καλοκαίρι  η κοίτη του έμενε στεγνή μέχρι την θέση Καρνασέικα, στο ύψος του γρανιτσορέματος και του δαφνορέματος . 
Πάντως στο πανηγυρι το νερό ίσα που'φθανε μέχρισ τα Χάνια,ανάλογα βέβαια και την ξηρασία του συγκεκριμένου χρόνου.
Τα νερά των δυο αυτών ποταμιών και κυρίως του Μόρνου πότιζαν , μέσω  των πολύ καλά σχεδιασμένων  αυλακιών, μήκους πολλών χιλιομέτρων , τον εύφορο κάμπο .
Στα νερά ζούσαν μεγάλοι πληθυσμοί ψαριών, δρομίτσες , χαμοσύρτες , χέλια , και πέστροφες. Αρκετοί από τους χωριανούς μας ασχολιόντουσαν με ιδιαίτερο πάθος με το ψάρεμα .
Ο πιο συνηθισμένος τρόπος  ψαρέματος ήταν με την χρήση της καλαμωτής .  
Με πέτρες χτιζόταν το καλομοστάσι που ουσιαστικά έσπρωχνε τα νερά και τα ψάρια σε ένα στενό αύλακα, που στο τέλος του είχε τοποθετηθεί η καλαμωτή. Η καλαμωτή ήταν φτιαγμένη με καλάμια είχε μήκος δυο μέτρα περίπου , το ένα  άκρο είχε πλάτος περίπου ένα  μέτρο, και τοποθετείτο στο τέλος του καλαμοστασίου , το άλλο δε άκρο έκλεινε σε μορφή στομίου με πλεγμένα καλάμια. 
Όλη αυτή η κατασκευή δηλαδή το καλομοστάσι μαζί με τη καλαμωτή προσέδιδε μεγάλο ρεύμα στη ροή του νερού και  ήταν αδύνατο για τα ψάρια που θα ακολούθησαν την ροή να κολυμπήσουν αντίθετα και ουσιαστικά εγκλωβίζονταν στην καλαμωτή .
Κάποιοι χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή της καλαμωτής κοτόσυρμα .

Την νύχτα της προπαραμονής του πανηγυριού όλα σχεδόν τα  παιδιά ήταν στο ποτάμι για να ψαρέψουν. Αλλοι είχαν τις καλαμωτές και άλλοι  έκαναν πυροφάνι είτε με λουξ (προνομιούχοι) είτε με κομμάτια καουτσούκ από παλιά λάστιχα αυτοκινήτων . Σε κάποιες περιπτώσεις καρφώναμε και κανένα δάχτυλο αντί για ψάρι....

Ας γυρίσουμε στο πανηγύρι , αμέσως μετά την λειτουργία στρώναμε τραπέζι και ακολουθούσε γλέντι με ζωντανή μουσική από οργονοπαίχτες της γύρω περιοχής οπως οι Καρμαίοι από το Σεβεδίκο , Φαλιαμπάλιας , Πανάγος κτλ.
Βέβαια και οι δυο μαγαζάτορες του χωριού μας,  (Καραμπέτσος και Καραγιάννης), για τις ανάγκες της ημέρας μετέφεραν τα μαγαζιά τους στο προαύλιο χώρο της εκκλησίας , και παρόλη την νηστεία , το κοκορέτσι και η ψητή προβατίνα έδιναν και έπαιρναν ....
Για τα παιδιά ήταν ακόμη μεγαλύτερη  η χαρά τους γιατί από το πάγκο που κάποιος μικροπωλητής έστηνε ( Γιαλαμάς ,Καλμαντής,κτλ) μπορούσαν (;) να αγοράσουν διάφορα μπιχλιμπίδια από σουγιάδες μέχρι σφυρίχτρες .
Επίσης και οι φωτογράφοι ήσαν παρόντες για τα οικογενειακά και όχι μόνο ενσταντανέ . Ο Γιαλαμάς από το Λιδωρίκι και ο Πανουργιάς ( Κολοκυθάς ) ο Νίκος που είχε καταγωγή από το χωριό μας .
Το γλέντι βαστούσε μέχρι αργά το απόγευμα και ουσιστικά μέχρι  την ώρα  του σκάρου μια και οι περισσότεροι πανηγυριτζήδες είχαν και τα πράματα τους και έδιναν ραντεβού για το άλλο πανηγυρι του χωριού στις 23 Αυγούστου της Αΐμονής..
Οι φωτογραφίες που σκολουθουν είναι τραβηγμένες στο χώρο της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος κατα πάσα πιθανότητα απο τους προαναφερόμενους φωτογράφους .












Κυριακή 2 Αυγούστου 2020


Ανέκδοτες ιστορίες της Αρτοτίνας

   Πηγή:  http://orinidorida.blogspot.com
γράφει ο Νικ. Μαυραγάνης

– Τα παλιότερα χρόνια η καρδιά της Αρτοτίνας χτυπούσε στο Σαφακέϊκο αρχοντικό. Ο Γιάννης, γιος του οπλαρχηγού Σαφάκα, μετά τη στρατιωτική και πολιτική του σταδιοδρομία, υπήρξε ο μοναδικός και αδιαφιλονίκητος άρχοντας της Αρτοτίνας και η κρίση του και η γνώμη του είχαν μεγάλη πέραση. Στο φιλόξενο αρχοντικό του η πόρτα ήταν πάντα ανοιχτή για όλους. Οι πιο γνωστικοί περνούσαν να τον χαιρετίσουν και να κουβεντιάσουν θέματα γενικού ενδιαφέροντος και να σχολιάσουν την πολιτική επικαιρότητα, ενώ ο ίδιος ήταν αντιοθωνικός. Άλλοι περνούσαν για καφέ και να τον συμβουλευτούν για προσωπικά ή οικογενειακά τους θέματα. Άλλοι ήταν υποχρεωμένοι να περάσουν γιατί τους είχε στη δούλεψή του και ανάμεσα σ’ όλο αυτό το …. μελισσολόι δεν έλειψαν και εκείνοι που χαζοερωτούσαν: «Τι καιρό θα κάνει αύριο καπετάνιε;».
Γι’ αυτούς τους τελευταίους, ένας παλιός Αρτοτινός, όταν το καλούσε η κουβέντα, έλεγε:
«Τους χαζούς με τη κοσιά να τους… κόβεις δε σώνονται».

– Ο Σανιδογιώργος ήταν άνθρωπος με χιούμορ, και εραστής του ποτηριού, ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα γινότανε «δαυλί». Ένα Σαββατόβραδο βγαίνοντας απ’ την ταβέρνα τρικλύζοντας και γράφοντας οχτάρια κουτούλησε στον τοίχο και μόλις κάπως ισορρόπησε έβγαλε από μέσα του το άχτι, λέγοντας «Εγώ σε πίνω για καλό και συ με πας στον τοίχο».
Μια άλλη φορά ο γιος του, μαθητής τότε δημοτικού, είχε διαπράξει απανωτές αταξίες και θέλοντας να τον νουθετήσει, άρχισε: «Υιέ μου, Υιέ μου γιατί με πικραίνεις; και συνεχίζει…». Όταν τελείωσαν οι νουθεσίες ο Κώστας απαντάει: «Πατέρα, πάλι τον καύκον ήπιες πάλι τον νουν απώλεσες;». Αυτή την αρχαιοπρεπή φράση την άκουσε στην ιστορία, για κάποιο Βυζαντινό Αυτοκράτορα, που ήταν και εκείνος τρελός εραστής του ποτηριού και έβαλε τα δυνατά του να την απομνημονεύσει για να τη σερβίρει ατόφια στον πατέρα του.


– Το δικαστήριο της Κουτσοκέρας…
Μόλις τελείωσε ο εμφύλιος (1950), η ζωή επανήλθε στην Αρτοτίνα, τα νοικοκυριά ανασυγκροτούνται και τα χωράφια καλλιεργούνται. Στις ράχες και στα πλάγια ακούγονται ξανά τα γλυκόλαλα κουδούνια των κουπαδιών και στις ρεματιές, αντιβουίζει λυπητερά το μοιρολόι της χαροκαμένης μάνας, που θρηνεί το αδικοχαμένο παιδί της στον επάρατο εμφύλιο.
Αυτόν τον καιρό στον Λάκο έχουν κουνάκι, στρούγκα και τυροκομούν μια σφιχτοδεμένη παρέα κτηνοτρόφων από τους: Θ. Κούπα, Ν. Φούσκα, Α. Σούτα, Κ. Γύφτο, και Κ. Π’λή. Μια ώρα πιο κάτω, στη Μπάδη, βρισκόταν το γιδομάντρι του Β. Σκουρομύτη.
Τις προβατίνες τις είχαν μπουχτίσει οι Βαρδουσιώτες και ορέχτηκαν να φάνε γίδα. Οι παλιοσυνήθειες, βλέπετε, δεν κόβονται με το… μαχαίρι. Ο Π’λής, που ήταν γρήγορος, σα να είχε φτερά στα πόδια, (εξ ου και το παρατσούκλι), μια φεγγαρόλουστη βραδιά τ’ Αυγούστου παραμονές τ’ Αϊ Γιαννιού πετάχτηκε στη Μπάδη και φέρνει για τη σούβλα μια γίδα Κουτσοκέρα.
Ανήμερα τ’ Αϊ Γιαννιού που το χωριό πανηγυρίζει και στις στάνες δεν βρίσκεται ψυχή, ο Σκουρομύτης κατέφυγε στην Αστυνομία και έκανε καταγγελία. Δυο χωροφύλακες, ο Χρύσανθος γνωστός της παρέας και ο άλλος Κρητικός, ασθμαίνοντες και κοπιώντες έφτασαν στο Λάκο και εντόπισαν από κοινού την ψησταριά και βρήκαν ένα κέρατο. Έπειτα σκόρπισαν για να βρουν κι άλλα… Στη σχισματιά της μεγάλης κοτρώνας, που βρίσκεται κοντά στο κονάκι, ο Χρύσανθος βρήκε στουπωμένο ένα γιδοτόμαρο. Το έβγαλε από εκεί και πήγε και το έκρυψε καλύτερα!
Ο Κρητικός βρήκε και αυτός κάτι γιδίσιες τρίχες πάνω στην ίδια την κοτρώνα και με τα δύο ευρήματα στο χέρι (κέρατο, τρίχες), γύρισαν στην Αστυνομία και έτσι έδεσε η μήνυση.
Η δίκη έγινε στην Άμφισσα τον επόμενο χρόνο με δικηγόρο υπεράσπισης το Γούναρη και κατηγορίας τον Κοκκινόπουλο. Δασκαλεμένοι οι κατηγορούμενοι από το δικηγόρο τους, ότι ο Εισαγγελέας της έδρας πενθεί ακόμα το χαμό του αδερφού του απ’ τους ΚΟΥΚΟΥΕΔΕΣ, ξεσπάθωσαν:
ΕΡΩΤΗΣΗ: Έχετε προηγούμενα με τον μηνυτή;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ναι, είναι ΚΟΥΚΟΥΕΣ (Κ.Κ.Ε.) και μας χωρίζει αίμα. Το 1947 που το λόγο
είχαν τα μαχαίρια οι αντάρτες εκτέλεσαν αναίτια τέσσερις δικούς μας. 
Είναι αλήθεια ότι τα μετεμφυλιακά χρόνια διαμορφώθηκαν συνειδήσεις και παγιώθηκαν πιστεύω, όπως συνέφερε τον νικητή. Όποιος δεν ήταν εθνικόφρων με τη «βούλα» δεν προστατευόταν δεόντως απ’ το Κράτος.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Για την ψησταριά τι έχετε να πείτε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Κάθε εβδομάδα ψήνομε δικά μας.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Το κέρατο πώς βρέθηκε κοντά σας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τα κέρατα δεν τα μαζεύουμε για τα κεφάλια μας, αλλά για να καλιγώνουμε τις μαγκούρες μας. Νάτες μερικές είναι στημένες πίσω στη γωνία.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Οι γιδότριχες τι χαλεύαν στην κοτρώνα;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο καθένας από εμάς έχει δύο – τρεις γίδες στο κοπάδι να τρώνε γάλα τα παιδιά του, και αυτές έχουν το ιδίωμα να σκαρφαλώνουν για να κοιμηθούν πάνω στις πιο μεγάλες πέτρες, επόμενο είναι να αφήσουν κάποιες τρίχες.
Η διαδικασία της δίκης τελείωσε, η απόφαση βγήκε, η αλήθεια γύρισε ανάποδα και οι πρώην κατηγορούμενοι επέστρεψαν στο χωριό νικητές και τροπαιούχοι.
Εκείνη τη χρονική περίοδο, που οι ανθρώπινες σχέσεις ήταν ταραγμένες, λόγω του εμφυλίου, οι επικεφαλής του χωριού, Πρόεδρος και Αστυνόμος, ήταν μετριόφρονες άνθρωποι, συναινετικοί και καλοσυνάτοι.
Με σύνεση και σχέδιο κατόρθωσαν να φέρουν στο ίδιο τραπέζι τους πρώην διαδίκους και όλοι μαζί ρεφενίζοντας μεζέ και με κρασί καταμπελίσιο ξενύχτησαν και τους πήρε η χαραυγή.
Έκτοτε η ζωοκλοπή σπανίζει στην Ελλάδα.
Τη σκυτάλη την άφησε η κάπα και την πήρε η γραβάτα!

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020




ΣΗΜΕΡΑ ΕΦΥΓΕ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ ΜΑΣ Η ΜΑΡΙΑ ΚΟΡΑΚΗ -ΚΙΟΥΠΗ.ΑΓΑΠΗΤΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ,ΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ ΣΤΗ ΖΩΗ.ΛΑΤΡΕΥΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ ΟΠΟΥ ΕΜΕΝΕ ΑΡΚΕΤΟΥΣ ΜΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΓΡΑΝΙΤΣΑ.ΑΠΕΚΤΗΣΕ 2 ΚΟΡΕΣ ΚΑΙ 4 ΕΓΓΟΝΙΑ.ΘΑ ΜΑΣ ΛΕΙΨΕΙΣ ΘΕΙΑ ΜΟΥ.ΘΑ ΣΕ ΘΥΜΑΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΠΟΛΥ ΑΓΑΠΗ .ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ   Η ΚΗΔΕΙΑ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΣΤΟΝ ΒΥΡΩΝΑ ΑΥΡΙΟ 10 πμ
( από την πρόοδο του Συλόγγου, Βάσω Καλιαντέρη)

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020