Σάββατο 30 Μαΐου 2020

Διχώρι

Κάποτε κάλεσε ο αγάς στο Λιδωρίκι ένα φοροφυγάδα από την Κωστάρτσα (Διχώρι) για να απολογηθεί. Ήταν πολυφαμελίτης (είχε οκτώ παιδιά) και φτωχός. Που να βρει χαράτσι για εννέα άτομα; 
Πλήρωσε το δικό του και του ενός παιδιού. Τα άλλα παιδιά τα έκρυβε. Το έμαθε ο χαράτς εμινί ( ταμίας) και τον κάλεσε στο Λιδωρίκι. 
-Είσαι χρεωμένος του είπε ο αγάς. 
-Το ξέρω, αγά μου, αλλά έχω το σκοπό μου. 
-Ποιο σκοπό; 
-Να το φθινόπωρο θα μαζέψω τους σπόρους από τα παλούρια και θα τα σπείρω σε όλα τα μονοπάτια και τα λειβάδια που περνάνε τα πρόβατα. 
-Θα φυτέψεις παλούρια; Ρώτησε ο αγάς και; 
-Σαν θα μεγαλώσουν, αγά μου, περνώντας τα πρόβατα θα αφήνουν το μαλλί τους, θα το μαζεύουν τα παιδιά μου, θα τα υφάνει η γυναίκα μου βελέντζες, θα τις πουλήσω και θα σε πληρώσω. 
Ο αγάς γέλασε, ήτανε λέγανε και καλός. 
-Βλέπεις του λέει ο πονηρός Κώσταρτσιώτης, γελάς τώρα που πήρες τα λεφτά....
-Άκουσε  να σου πω, αγρίεψε ο αγάς, θα πάρω την Χατζάρα και θα σου κόψω το κεφάλι. 
-Μακάρι, αγά μου,  να πάω από το σπαθάκι σου. 
Πες μου, μαλάκωσε λίγο τούρκος, τι θέλεις σαράντα μέρες φυλακή η σαραντά ραβδιές; 
-Και τα δυο σιχαμένα τα ‘χω αγά μου...
Πάλι γέλασε ο αγάς και τον συγχώρεσε. 

Το περιστατικό από την παράδοση διέσωσε ο Αλούπης Γεώργιος του Σπυρίδωνα από το Διχώρι, το άκουσε από τον παππού του ο οποίος το διηγήθηκε και για ένα τούρκο φορατζή, που πήγε  μέρα Πάσχα στο χωριό. Τον έπιασαν και τον κρέμασαν στού Παπαδρόσου, απέναντι από το Τριανταίικο σπίτι. 
Σπό το βιβλίο τα «Τα χωριά της ορεινής Δωρίδας Βαρδούσια» της  Μαρίας Λουκόπουλου-Πατίχη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου