Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2022

Το νερό θυμάται* (διήγημα)

 Το νερό θυμάται*

Απόγευμα, δώδεκα Νοεμβρίου.
Η συγκομιδή των ελιών στο μικρό λιόφυτο στις απώ-
τερες βόρειες πλαγιές της Πάρνηθας τελείωνε. Με τη βοήθεια δυο παλληκαριών από το Αργυρόκαστρο είχαμε ριχτεί με ιδιαίτερο ζήλο στη δουλειά από τα χαράματα. Δεν ήταν χρονιά με πολύ πλούσια σοδιά αλλά το λάδι της χρονιάς φαίνεται θα μας το έδιναν τα περίπου ογδόντα γέρικα ελαιόδεντρα. Δεν μου αρέσει να τραυματίζω τα δένδρα και έτσι επιλέξαμε την παλιά παραδοσιακή μέθοδο συγκομιδής, δηλαδή μάζεμα με το χέρι. Είναι μια μέθοδος αρκετά κουραστική και ελάχιστα αποδοτική, αξίζει όμως για το ιδιαίτερο αίσθημα που απολαμβάνεις αποσπώντας τις ελιές από τη μάνα τους χωρίς να την πληγώνεις, ακουμπώντας με τα χέρια σου αυτό τον ευλογημένο καρπό δίνοντάς του έτσι την αγάπη σου για να μετουσιωθεί σε λίγο, στο λιοτρίβι, σε χρυσαφένιο νάμα που καθημερινά συντροφεύει τα γεύματά σου.
Η πίεση να προλάβουμε το μάζεμα μέσα στη μέρα όπως το επιθυμούσα άρχισε να υποχωρεί μιας και ελάχιστα δέντρα είχαν μείνει αμάζευτα και απέμεναν ακόμη δυο ώρες για να δύσει ο ήλιος στην κοντινή κορφή. Έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια μικρή διακοπή για απολαύσουμε το καφέ μας. Το λιόφυτο είναι σχεδόν στη κορφή ενός μικρού λόφου με το περίεργο όνομα Ντουσκαριά και πανοραμική θέα στον κάμπο του Ασωπού ποταμού και του Ευβοϊκού κόλπου και έχει νότιο σύνορο τον αγωγό μεταφοράς νερού της λίμνης του Μόρνου – ο Μόρνος φαίνεται να είναι παντού στη ζωή μου.
Καθίσαμε με τον Φώτη και τον Ηλία στο τοιχίο που στηρίζει το κανάλι, γεμίσαμε τα ποτηράκια με καφέ από το θερμός και αρχίσαμε τη κουβέντα που, χωρίς να το επιδιώκω, κατέληξε στην πατρίδα μου.
182 σελίδα   

Τους λέω πού γεννήθηκα και πού μεγάλωσα και τους εξηγώ πως αυτός ο τόπος δεν υπάρχει πλέον γιατί έγινε λίμνη και σκεπάστηκε από τα νερά του Μόρνου, το κανάλι δε, που πάνω του τώρα ακουμπάμε, μεταφέρει αυτό το νερό για να ξεδιψούν οι Αθηναίοι. Μάλλον η αφήγησή μου έδει- χνε κάποια πίκρα και ξαφνικά ακούω τον Ηλία να μου λέει συμπονετικά: «Είστε τυχερός! Ξέρεις τι ευλογία είναι το κάθε ποτήρι νερό που πίνεις να έχει μέσα την πατρίδα σου;… Το νερό, έλεγε ο παππούς μου, έχει μνήμη, θυμάται, και έτσι, όταν μπαίνει στο σώμα σου, βρίσκει έναν συμπατριώτη και με μεγάλη χαρά σου προσφέρει την ευεργεσία του!»

Ανέλπιστα άκουσα την πιο λυτρωτική κουβέντα. Να ’σαι καλά, ρε Λιάκο, από το μακρινό Αργυρόκαστρο!  

*διήγημα από το βιβλίο του Κ. Μπερτσιά: θαμμένα όνειρα, ζωντανές αναμνήσεις. Εκδόσεις οροπέδιο 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου