Στην εντατική, σκαρφαλωμένη στον τελευταίο όροφο του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Βιέννης, η νευροχειρουργική – ως καθαυτή εξάσκηση τεχνικής – έμπαινε σε δεύτερη μοίρα για εμάς τους φιλόδοξους ειδικευόμενους. Εκεί έδινε το πρόσταγμα η μέριμνα για την ανάνηψη από το βασίλειο του Μορφέα στον οριοθετημένο κόσμο. Με την πάροδο του χρόνου συνειδητοποιήσαμε πως συχνά επρόκειτο για μακρόσυρτη διαδικασία, με κατάληξη την έκθλιψη των ασθενών από το θυμικό των αρχέγονων δαιμόνων.
Η κοπέλα που έγινε εισαγωγή τις παραμονές Χριστουγέννων (πάνε τόσα χρόνια τώρα) δεν χώραγε στα κουτάκια της γεωμετρικής καταγραφής περιστατικών. Φαινόταν γόνος καλής οικογένειας, το μαρτυρούσαν τα καρφιτσωμένα διαμαντάκια στο ροδαλό λοβό των αυτιών, όσο και το λεπτεπίλεπτο δαχτυλίδι στον αριστερό δείκτη. Οι συνάδελφοι που τη συνόδευσαν στην πρώτη κλινική εκτίμηση, έμαθαν από το την σπουδή του ιστορικού της πως ήταν ταλαντούχα πιανίστρια, με λαμπρή πορεία στη Φιλαρμονική. Καταγράφηκε, ακόμα, η διεύθυνση κατοικίας σε ευγενές προάστιο της Βιέννης. Οι αναζητήσεις μέσω ίντερνετ μαρτυρούσαν τη φωτογένειά της στη μουσική σκηνή, την οποία επιβεβαίωναν οι διθυραμβικές κριτικές των εφημερίδων της εποχής: απέριττο κάλος και εύηχο πάθος!
Την επόμενη ημέρα ο άντρας της , ψηλόλιγνος ψαρομάλλης σε σπορτίφ ενδυμασία, κατέβηκε βιαστικά από τη μαύρη του Πόρσε πριν περάσει την πόρτα της κλινικής για το ραντεβού του με το διευθυντή της κλινικής. Παρόλο τη δεδηλωμένη στο βλέμμα του κόπωση, ο Γερμανός στην καταγωγή μαέστρος ορχήστρας δεν ενέδωσε στη σκυρτή κορμοστασιά που θα υπαγόρευε η ψυχολογία της αγωνίας. Αντίθετα με αυτόν, ο διευθύνοντας καθηγητής τον υποδέχτηκε στο γραφείο του καμπουριάζοντας περισσότερο από το σύνηθες φυσιολογικό του.
Το περιστατικό απέκτησε αστραπιαία ιδιαιτερότητα ανοίκειας περιέργειας, όταν η φουρνιά των πρωτάρηδων στην πτέρυγα συνάδελφοι διαβάσαμε στο φάκελο, πως η βαριά υπαραχνοειδής αιμορραγία έλαβε χώρα in coitus. Η σπάνια αυτή φυσιοπαθολογία, που ξεκινάει με την ένταση της ερωτικής περίπτυξης για να κατακρημνίσει το φορέα της στο κώμα λόγω ρήξης του -μέχρι τότε- απόκρυφου ανευρύσματος, υπήρξε ανέκαθεν ένα αξιομνημόνευτο παράθεμα μέσα στις πληκτικές σελίδες των ιατρικών εγχειριδίων. Τώρα μας επιβλήθηκε κλινικά ως περιστατικό μη διαχειρίσιμο, γιατί έγινε σύντομα σαφές πως δεν υπήρχε ελπίδα καμία. Οι απόλυτα εξειδικευμένοι στον κλάδο συμφωνούσαν πως ο γενικευμένος σπασμός των αγγείων που συνεπαγόταν η ακαριαία αιμορραγία οδηγούσε αναπόφευκτα στη δημιουργία νεκρώσεων εγκεφαλικών περιοχών ζωτικής σημασία, έτσι που ο θάνατος θα ήταν η αναμενόμενη διέξοδος. Οι ειδικοί συμφώνησαν, με την ηρεμία των σοφών που γνώριζαν τη γραμμική πεπατημένη της φθοράς, να βάλουν τέλος στη συστηματική θεραπεία.
Μετά την παράδοση – παραλαβή εφημερίας, οι συνάδελφοι που σχόλαγαν από τη βάρδια μού ευχήθηκαν “Χρόνια Πολλά”, καρφιτσώνοντάς μου τα απαραίτητα για το εφέ των Χριστουγέννων πλαστικά φτερά αγγέλων, μα τόσο βιαστικά που με τσίμπησαν στο ώμο . Ο πόνος προκάλεσε εκνευρισμό, κι ο εκνευρισμός την αναθυμιάση της πικρόχολης δυσθυμίας: Αδυνατούσα να αγκυροβολήσω στην αλληγορία της απτής ευδαιμονίας εδώ στην ωραία γραφική Βιέννη. Η προοπτική της λεγόμενης επαγγελματικής καριέρας στο εξωτερικό ενίσχυε, ειδικά εκείνες τις εορταστικές ημέρες, το νόστο του πατρικού παρελθόντος. Ξεπρόβαλαν στη μνήμη μου τα σακούλια της γιαγιάς στην Πελοπόννησο, όπως τα θήλιαζε και τα στοίβαζε στο κοφίνι. Όταν τέλειωναν οι διακοπές στο χωριό, ανασκαλεύαμε τις μπλε, κίτρινες, πορτοκαλί σακούλες να πακετάρουμε τα πράγματα της επαρχίας που θα παίρναμε μαζί μας. Κι ήταν προβλεπόμενο πως την επόμενη φορά το καλάθι θα ξεχείλιζε πάλι πολύχρωμο. Μέχρι που η γιαγιά πέθανε, το μπούγιο μειωνόταν μη αναστρέψιμα στο κάθε μας ταξίδι, αναδεύοντας τελικά μια ξεχασμένη μυρωδιά από ένα τρίμμα ψωμιού, μια ψίχα τραχανά ή μια σκόνη χαμομήλι.
Με την κόπωση της βάρδιας να τσιγκλάει τις αισθήσεις, ξεκίνησα για την τελευταία γύρα της εφημερίας στους θαλάμους της εντατικής. Κατευθύνθηκα προς τη διασωληνημένη πιανίστρια, καθώς αναζητούσα μια παρένθεση στο προσωπικό μου φορτίο, μια μαρτυρία για την ανωφελότητα της χωροταξικής μνήμης. Στάθηκα στασιασμένος μπροστά της για να αισθανθώ την αμείλικτη αναμονή του θανάτου. Ως αντίβαρο στην προοπτική της τελεσίδικης λήθης, απολογήθηκα στο υπερεγώ μου……
Χρειάστηκα αρκετό χρόνο μέχρι να συλλάβω τον υπόγειο ήχο που φώλιαζε στο προσκέφαλό της. Ο οποίος, πλησιάζοντας προς τα εκεί, μεταλλασσόταν σε κρεσέντο παιδικού γέλιου, κι έπειτα σε ακατάληπτη σειρά άναρθρων λέξεων, που στις ενδιάμεσες παύσεις τους άφηναν να αναρριχηθεί ένα απόκοσμα επαναλαμβανόμενο μουσικό μοτίβο, μάλλον προερχόμενο από κουρδιστό μπιμπελό. Η προσπάθεια μου να ξεφύγω από τη δίνη της παραίσθησης μετατράπηκε σε ίλιγγο, με αποτέλεσμα οι αγγελούδινες φτερούγες στο στροβιλισμό τους να αποκαλύψουν το μαγνητοφωνάκι που κρυβόταν κάτω από το μαξιλάρι. Αυτό που αναπαρήγαγε τα χάχανα και τον ενθουσιασμό των πρώτων συλλαβών που σκάρωνε η μπέμπα στην κούνια της, προφανώς πριν κοιμηθεί και χαζεύοντας την αιωρούμενη κουδουνίστρα πάνω από τα μάτια της. Η τελετουργία του ύπνου να γίνεται επιθανάτια ακρόαση.
Το επόμενο μισάωρο η καμπύλη του καρδιογραφήματος στην οθόνη άρχισε να φθίνει. Η νοσοκόμα, με βάση τις γνωστές οδηγίες “όταν και εφόσον”, απενεργοποίησε έγκαιρα το συναγερμό, δίνοντας προτεραιότητα στα φθογγήματα της αόρατης κόρης. Πνιγόμουν στο συριγμό του αναπνευστήρα, στον αχνό του οξυγόνου, στη διάθλαση της οθόνης, στη μυδρίαση της κόρης εν τέλη. Έτρεξα προς το ανοιχτό παράθυρο του κλιμακοστασίου, να δώσω διέξοδο στο μεταθανάτιο συρμό.
Από τον όροφο ψηλά έλαμπε η Βιέννη ντυμένη στα γιορτινά. Χουχουλιασμένοι στα σπίτια θα ετοιμαζόντουσαν οι οικογένειες για την περίφημη αποκάλυψη των δώρων, αυτών που ο Χριστούλής είχε κουβαλήσει για τον κάθε συγγενή προσωπικά και εναποθέσει κάτω από το φωταγωγημένο δένδρο.
Ενώ ταυτόχρονα η αρχοντική νιότη εξέπνεε στην εντατική, δίχως υπόνοια αποχαιρετιστήριου θρήνου, προκειμένου να μπει σε πορεία ανάστροφη με τον κατερχόμενο στη φάτνη Θεάνθρωπο. Η μητέρα βυθίζεται στον Άδη, πριν δει το καμάρι της θυγατέρα.
Κατάνυξη από παραδρομή ψέλλισα νοερά.
Και αποδεχόμενος τον επίλογο στο μυαλό μου, εισέπνευσα βαθιά τον παγωμένο αέρα της πόλης που αξιώθηκα.
Η αναχώρηση από το χωριό γινόταν αργά το μεσημέρι των Φώτων. Η γιαγιά, ανίκανη να αποδώσει το μονόλογο των ευχών δίχως λυγμούς, σώριαζε στα πόδια εμάς των παιδιών στο πίσω κάθισμα σακούλια με μανταρίνια από το κήπο, στο καλό προσφωνούσε μέχρι χαθεί το αυτοκίνητο στην πρώτη στροφή της δημοσιάς. Μέχρι να βγούμε στον κάμπο της Σπάρτης, είχαμε ήδη διαρρήξει τα φρεσκοκομμένα φρούτα και πετάξει σωρηδόν τις φλούδες τους επάνω στην μπούκα του ζεστού αέρα από το καλοριφέρ. Έχοντας μάθει πως τα αιθέρια έλαια θα ανέβαλαν για λίγο τον ύπνο που στερηθήκαμε λόγω πρωινού ξυπνήματος, μα το πολύ - πολύ μέχρι το βύθισμα στη μονοτονία της εθνικής οδού, μετά το πέρασμα από την Κόρινθο. Ίσως για αυτό να μην έχει αποτυπωθεί στο μνημονικό μου το παραλίγο δυστύχημα, σε ένα τέτοιο ταξίδι στο ύψος της Κακιάς Σκάλας. Η αποφυγή της μετωπικής σύγκρουσης αναπαράγεται πια συχνά - πυκνά μέσα από τη δωρική διήγηση του πατέρα κατά τις αποδράσεις μας στην πελοποννησιακή γη. Όταν σε μια προσπέραση του προπορευόμενου λεωφορείου ήρθε το corollάκι αντικριστά με κινούμενη στο αντίθετο ρεύμα νταλίκα. Ο πατέρας, αναδιπλώνεται το αφήγημα, την είδε σαν έκλαμψη από τους προβολείς της, την άκουσε σα βοή από την κόρνα της, κι έστριψε ακαριαία το τιμόνι προς δεξιά. Το οικογενειακό ΙΧ παραδόθηκε για αισθητά κλάσματα του δευτερολέπτου σε σύρσιμο εκτός ελέγχου πάνω στην υγρή άσφαλτο, μέχρι να σταθεροποιηθεί (από θαύμα λέει και τραυλίζει) στην πορεία του. Θυμάμαι στην επιστροφή πως με ξύπναγε το βελουδένιο πορτοκαλί φως, που εξέπεμπαν στακάτο από ψηλά οι πρώτοι φανοί της πόλης. Κι ανοίγοντας τα μάτια μου, δεκάχρονο παιδί, παρατηρούσα το αυθόρμητο χάδι της μητέρας από τη θέση της συνοδηγού στην ωμοπλάτη του πατέρα, ενώ αυτός ευθυτενής, με τα χέρια σφιγμένα στο τιμόνι, σφύριζε διακριτικά το σαββοπουλικό σκοπό του ραδιοφώνου.
*Ο Γιάννης Σταύρου είναι γιατρός στην Αυστρία και γιος των καθηγητών μας στο Λιδωρίκι Θόδωρου Σταύρου και της λιδωρικιώτισας Ζωής Καραχαλιου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου