Στην θέση Τσαμπάδες στον Λουτσοβιώτικο κάμπο, ( τώρα θαμμένος στα νερά την λίμνης του Μόρνου), η οικογένεια του Δημήτρη Καραδήμα είχε το πτηνοτροφείο και δίπλα υπήρχε η κατοικία της οικογένειας.
Η φωτό είναι του 1972, διακρίνεται η Παναγιώτα Καραδήμα και τρία παιδιά της.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Κ. Μπερτσιά : θαμμένα όνειρα, ζωντανές αναμνήσεις.
………Δίπλα στο πτηνοτροφείο ο Μήτσος είχε χτίσει έναν μι- κρό οικίσκο όπου στέγαζε την οικογένειά του. Παραδίπλα ήταν το κατάλυμα της οικογένειας του Γιώργου του αγρο- φύλακα, τους χώριζε το κανάλι που μετέφερε το νερό του Μόρνου προς τα τελευταία αγροκτήματα της κοιλάδας. Ακριβώς απέναντι, στα δεξιά του δρόμου προς την πλευρά του λόφου, ο Γιάννης είχε χτίσει μια αγροτική αποθήκη που τα καλοκαίρια τη χρησιμοποιούσε για να μένει με την οι- κογένειά του. Περίπου είκοσι νοματαίοι ξεκαλοκαίριαζαν σε αυτό τον μικρό οικισμό.
Όταν τον συναντήσαμε είχε ήδη φορτώσει το γερμανικό τρίκυκλό του –ένα Zundapp μοντέλο 561 του 1965, αν θυ- μάμαι καλά–, με αυγά ντανιασμένα στις αυγοθήκες, προ- σεκτικά δεμένες στην μικρή καρότσα, και ήταν έτοιμος να φύγει.
Μας χαιρέτισε και μας ρώτησε αν είναι αλήθεια ότι φεύ- γουμε για Αθήνα. Του απάντησα ότι φεύγουμε μεθαύριο.
Έδειχνε στενοχωρημένος...
«Ένας-ένας θα φεύγει, αχ αυτή η λίμνη, μουρμούρι- σε...»
«Και συ έκανες έξοδα, δεν πάνε πέντε χρόνια που έφτια- ξες το πτηνοτροφείο, δεν είχες ακούσει ότι θα γίνει η λί- μνη;», τον ρωτά ο Νίκος.
«Κάτι ακουγόταν, αλλά τίποτα επίσημο, εδώ και η Αγροτική Τράπεζα μου έδωσε ένα μικρό δάνειο, τι να πού- με τώρα... δεν ξέρω τι να κάνω, ελπίζω να περάσουν κά-
152 σελιδα
ποια χρόνια μέχρι να φτιαχτεί αυτή η ρημάδα η λίμνη.» «Γεια σας παιδιά», ακούστηκε η φωνή της κυρά Πανα- γιώτας, που έβγαινε από το μικρό σπιτάκι μαζί με τα τρία πιτσιρίκια, «ελάτε να σας κεράσω ένα λουκούμι, τα έφερε
χθες ο Μήτσος από το Λιδωρίκι.»
Πριν προλάβαμε να απαντήσουμε μπήκε ξανά στο σπίτι
και εμφανίστηκε σε λίγο μ’ ένα κουτί λουκούμια. «Εδώ έχουμε και κρύο νερό, αυτό το παγούρι που είναι τυλιγμένο με αφρολέξ μας έσωσε. Κρατά το νερό κρύο ολόκληρο το εικοσιτετράωρο, πού το βρήκε ο Μήτσος δεν ξέρω. Όλο καινούργια πράγματα φέρνει...»
Πήραμε με χαρά το λουκούμι, το κόκκινο το κλασικό, το μεγάλο, με γεύση τριαντάφυλλου και με κομμάτια αμυ- γδάλου, ακόμη το θυμάμαι, ήπιαμε το κρύο νεράκι και συ- νεχίσαμε το δρόμο μας.
Γυρνώντας βλέπω την Παναγιώτα με τα παιδιά να είναι στημένα σαν να μας αποχαιρετούν και αυθόρμητα κατε- βάζω την μηχανή και τους φωτογραφίζω.
«Μια φωτογραφία για ενθύμιο τους λέω», και συνεχί- ζουμε την πορεία μας προς την Αγία Μονή, που δεν ήταν πλέον μακριά………
Στο βάθος δεξιά του δρόμου, στον μικρό λόφο, ήταν κτισμένη η Αγία Μονή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου