Για τον αξέχαστο Μπαμπη βρήκαμε από [DOC]
x. stefos - Δήμος Άμφισσας
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΣΤΕΦΟΥ: ΚΑΤΟΧΗ- ΠΕΙΝΑ
Η συγκλονιστική ζωγραφική της Μνήμης των παθών, 1941-44.
Εκλεκτός αυτοδίδακτος ζωγράφος συμπατριώτης Χαράλαμπος Στέφος έφυγε καταξιωμένος. Και μόνον η αναφορά του ονόματος του, ανακαλεί στη μνήμη το Ρουμελιώτικο τοπίο με το απλό παραστατικό σχέδιο και τα φωτεινά ζεστά χρώματα. Ο απλός και πολύ καταδεκτικός κυρ. Μπάμπης έρχεται από μακριά. Μικρό παιδί έζησε τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Έφυγε απ’ το χωριό ( τον Κόκκινο Δωρίδας). Αγωνίστηκε σκληρά στο στίβο της ζωής. Πήγε μπροστά. Στην Άμφισσα. Έκανε οικογένεια. Υπηρέτησε κα την τέχνη του. Τη ζωγραφική. Είδε τον κόσμο, αποτύπωσε τη μαγεία του, αλλά δεν ξέχασε κείνα τα πρώτα, τα συνταρακτικά βιώματά του. Και, για να παραλλάξουμε στίχους γνωστούς, Σα δώρο που πανάξια του δόθηκε η ζωγραφική, την εποχή εκείνη με τα πάθη τα ανείπωτα, ήρθε με το χρωστήρα του να ιστορήσει.
Η βία, ο πόνος, η απελπισία, η αγωνία, ο φόβος, ο θάνατος, η φονική στέρηση των πιο απαραίτητων αγαθών – και της ελάχιστης τροφής της επιβίωσης, το τραγικό αδιέξοδο, η –ακόμη κι αυτή- εχθρική φύση, η τυφλή στην ατοπία φυγή, ο θάνατος του πατριώτη αγωνιστή, η απόγνωση της μάνας, στο χαμό του παιδιού, επικείμενο και συντελεσμένο, η φρίκη του μικρού παιδιού μπρος στον όλεθρο η παραίτηση από όλα – απάθεια όσων βίαια σπρώχτηκαν και βαδίζουν αργά κι αναπότρεπτα το δρόμο του τέλους, τα αποσωμένα, λιωμένα ζωντανά κορμιά, τα πεσμένα σώματα, τα ικετήρια ανοιγμένα χέρια σαν ερωτήματα του ανεξήγητου κακού, το παράπονο, το αναπάντητο «γιατί» της συμφοράς, το σχήμα περίκλειστο του στυγερού θύτη: κράνος, όπλο, στολή, χειρονομία αδίστακτης εντολής, όλα αυτά είχαν πλημμυρίσει την παιδική ψυχή, θρονιάστηκαν στη μνήμη ανεξίτηλα κι όταν ο καλλιτέχνης είχε προχωρήσει στη ζωγραφική και οι μορφές έλαβαν το οριστικό και αυστηρό περίγραμμά τους, με ένα χειμαρρώδες ξέσπασμα στη λευκή επιφάνεια, έφεραν πίσω, σε διάσταση αισθητική τελειωμένη, εποχή, κόσμο και πάθη.
Αρχές της δεκαετίας του ¨60, πλάι στης καθημερινής βιοπάλης το μόχθο, με μια πυρετώδη προσπάθεια, χωρίς επαφές και συζητήσεις, την πολλή συνάφεια του κόσμου, ο Χαράλαμπος Στέφος δημιούργησε τη σειρά ΚΑΤΟΧΗ – ΠΕΙΝΑ, και ίσως ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, Εξήντα δύο (62) καταμετρημένους πίνακες – έργα, άλλα με κάρβουνο στο απλό χαρτί/χαρτόνι, άλλους σε πανί κάμποτ μεγαλύτερων διαστάσεων με χρώμα, 3-4, λίγες τέμπερες και μελάνι. Η σειρά ολοκληρώθηκε στα μέσα εκείνης της δεκαετίας (60) και παρέμενε χρόνια στο ατελιέ του ζωγράφου.
Ο απαράμιλλος εκφραστής των νεκρών φύσεων και των παραστατικών τοπίων του φωτός, των χρωμάτων και της αιθρίας. Έχει μεταφερθεί με το παρουσιαζόμενο έργο, σε ένα άλλο επίπεδο, μια άλλη διάσταση. Των πασχόντων, μέχρι θανάτου, προσώπων, των σχηματοποιημένων μορφών,των χαρακτηριστικών – ερμηνεύσιμων συμβόλων, του ζοφερού σκότους και της συσσωρευμένης οδύνης. Υπάρχουν – λιγότερες οι παραστατικές συνθέσεις, τα θεματικά πολυπρόσωπα έργα. Η καρτερική σειρά των εξουθενωμένων στο συσσίτιο. Η μάνα που οδύρεται πάνω απ’ το σκοτωμένο παιδί της. Κεντρικός άξονας της έκθεσης είναι οι συνέπειες του πιο απάνθρωπου δεινού που γνώρισε ο κόσμος: του πολέμου, σε μια απόκεντρη γωνιά της ελληνικής περιφέρειας. Η αποτύπωση της βιωμένης συμφοράς και του τελευταίου σταδίου του πόνου λίγο πριν την μοιραία κατάληξη. Τα μάτια ορθάνοιχτα στο κενό την άβυσσο, απογυμνωμένα από όλα, μόνο το χτυπητό μαύρο πλαίσιο, ένα γύρω τα περισφίγγει….
Οι άνθρωποι στις αποχρώσεις του γκρίζου και του μαύρου. Ο κατακτητής βλοσυρός στη στολή του. Σκοπός στο στρατόπεδο – φυλακή των κρατουμένων, φιγούρα πάνω από τον τοίχο – συρματόπλεγμα. Ανέκφραστα παρών στις εκτελέσεις πατριωτών, όπως και στο μπλόκο, τη σύλληψη αμάχων για αντίποινα της αντίστασης. Διώκτης γυναικών με τα παιδιά στα χέρια, που προσπαθούν να ξεφύγουν. Η δευτερεύουσα παρουσία των εχθρών – είναι η πηγή και αιτία της βίας, κι αρκετή να συντηρεί τη διάχυτη θανατική απειλή.
Πρωταγωνιστές του απεικονιζόμενου δράματος είναι τα παιδιά και οι νέοι, εξαθλιωμένα, γυμνητεύοντα, σκελετωμένα, άλλοτε στα χέρια της μάνας, άλλοτε ίσα που στέκονται όρθια, συχνά πεσμένα, ανήμπορα πια το τέλος εγγύς, είτε να ζητούν στα σκουπίδια (με λίγες γραμμές, λιτά και σχεδόν υπαινικτικά δοσμένα) λίγη τροφή. Με άδεια πινάκια στο χέρι, είτε κάποιο ξεροκόμματο και της αθωότητας το παράπονο στα μεγάλα ορθάνοιχτα μάτια, που κοιτούν καταπρόσωπο. Η κίνησή τους δύσκολη, έως σβησμένη. Και διαρκώς παρόντα τα παιδιά, τα πιο αθώα, τα πιο ευάλωτα κι ευπαθή θύματα της πιο απάνθρωπης βίας.
Συχνές και επαναλαμβανόμενες και οι γυναικείες μορφές. Οι βαθύτατα αθεράπευτα πληγωμένες μάνες. Άλλοτε σε πολυπρόσωπες συνθέσεις κι άλλοτε μάνες με το παιδί στην αγκαλιά σε σπαραχτικές εκφράσεις. Με χαρακτηριστικά από την βυζαντινή και μεταβυζαντινή αγιογραφία. Σαν Πανάγιες Βρεφοκρατούσες στη στάση, αλλά με τον βαθύ πόνο του Πάθους στο πρόσωπο. Κυριαρχημένες από τα δύο ένστικτα, το μητρικό και της ομαδικής φυγής μπρος στον κίνδυνο. Η απόλυτη αδυναμία να δώσουν τροφή και να γλιτώσουν τα παιδιά τους, πολεμά να ακυρώσει και τα δύο όπως στις σολωμικές γυναίκες των Ελεύθερων Πολιορκημένων.
Οι άνδρες είτε είναι στη φυλακή, είτε νεκροί στις εκτελέσεις, ένας αλυσοδεμένος σε στύλο, είτε με το ένα πόδι ο κρυοπαγημένος του Αλβανικού, σε μια αφιλόξενη – εχθρική επιστροφή σε τόπο πόνου και ερειπίων. Κάποτε όλη η οικογένεια. Θλίψη και απόγνωση. Ένας άλλος φεύγει βιαστικά από την καλύβα, άλλος κρυμμένος μ’ ένα άλογο στο στάβλο. Μόνη πιθανολογούμενη συμβατική ασχολία, από το γεωργικό σύνεργο στον ώμο, η ταφή των αφημένων νεκρών. Των πεθαμένων της πείνας και των εκτελέσεων. Τα χέρια ανοίγονται. Η απορία της τόσης δυστυχίας, του διαρκώς επικείμενου ή επελθόντα θανάτου. Τα χέρια υψώνονται στον άφωτο ήλιο, τον δακρυσμένο ήλιο, το άδειο στεγνό φεγγάρι. Μιαν άλλη φορά το χέρι σκεπάζει το πρόσωπο σε μια ενστικτώδη, έσχατη αποτροπή, της θέας τουλάχιστον, του κακού.
Στις συνθέσεις με κάρβουνο (των 3-4 μορφών), αλλά και τις άλλες, τα βλέμματα είναι ασύμπτωτα, οι άνθρωποι δεν έχουν επαφή- επικοινωνία, κι ας είναι δίπλα το ένα άτομο στο άλλο. Τα κεφάλια γερτά, μόνο η επίγνωση της θανάσιμης παγίδας, άφευκτου τέλους. Η κίνηση τυφλή στην ομαδική φυγή, ξέπνοη στους αποκαμωμένους. Οι πεσμένοι δεν κείνται λόγω ξαφνικής προσβολής. Βρίσκονται σε θέσεις που φανερώνουν τη σταδιακή έως πλήρη εξουθένωση. Νεκύων αμενηνά κάρηνα (Οδ.κ 521) οι σκιές, τα φαντάσματα των νεκρών στον Άδη της Οδύσσειας. Βασικά στοιχεία πολιτισμού καίρια υπονομευμένα. Καταθλιπτικά παραμορφωμένα σπίτια, άδεια εσωτερικά, ετοιμόρροπες καλύβες, σπασμένα τζάμια παραθύρων, ερείπια.
Σε μια σύνθεση, σε δεύτερο πλάνο, στέκει μια εκκλησία. Ελπίδα ακριβής μεταστροφής ότι από ψηλά δεν θα γίνονται άλλο, όλα τούτα ανεκτά ή παρηγοριά σε τόσον σκόρπιον απλόχερα θάνατο; Ένα εύθυμο πουλί πάνω απ’ τη σορό ενός αγωνιστή, ένα νεκρό υποζύγιο πλάι σε άψυχα κορμιά, διάσπαρτοι σταυροί, σήματα πρόχειρων τάφων. Η φύση σπάνια και όχι ενεργά συμπάσχει, είναι σε αναστολή λειτουργιών, πλαισιώνει απλά ίσα που υπάρχει… Ένα δέντρο όλο κι όλο στους δεκάδες αυτούς πίνακες συνδέεται αρμονικά με τις τοπιογραφίες του Χαράλαμπου Στέφου. Το φόντο στενεύει οδεύοντας προοδευτικά σε κατάργηση του χώρου.
Την ενότητα των πινάκων της ΚΑΤΟΧΗΣ – ΠΕΙΝΑΣ διαπερνά πέρα ως πέρα η ένταση του σπαραχτικού πόνου, το πνεύμα της θυσίας και της εγκατάλειψης του αθώου θύματος, η διαμαρτυρία για την καταρράκωση του ανθρωπισμού. Οι σχηματοποιημένες μορφές των προσώπων, στεγνές και βασανισμένες έως θανάτου από ανείπωτη συμφορά, η αφαίρεση, τα μουντά χρώματα, η λιτή γραμμή, ο ριζικός περιορισμός της προοπτικής, μια ενίοτε σκόπιμη σύγχυση του αρχιτεκτονικού σχεδίου των συνθέσεων, συνέπειαμεγάλης ψυχικής ταραχής, αλλά και επιδιωκόμενη πρόκλησή της, κλιμακώνουν συναισθηματικές φορτίσεις, ικανές να επιφέρουν τη μέθεξη και στον πιο ανυποψίαστο θεατή. Οι κινηματογραφικοί συμβολισμοί του Πολέμου στον Ι. Μπέργκμαν, οι αντιπολεμικές εικαστικές συνθέσεις του Π. Πικάσο, ο ποιητικός θρήνος του Επιταφίου Γ. Ρίτσου, με τις υπόγειες συνειρμικές συσχετίσεις και αναλογίες τους προς την έκθεση ΚΑΤΟΧΗ- ΠΕΙΝΑ, διαμορφώνουν στάσεις, παράγουν βιωματικές γνώσεις και γενούν την πιο αυθόρμητη απόφαση: ΠΟΤΕ ΠΙΑ! Στην ωμή βία, την απανθρωπιά, την καταστροφή.
Την Ειρήνη, με το σεβασμό της αξίας και αξιοπρέπειας του ανθρώπου, που «όλοι τη θέλουμε αλλά δεν μας αφήνουν να την έχουμε», κατά τον Χαράλαμπο Στέφο, την έχει αποδώσει και υμνήσει, με τα ζεστά φωτεινά χρώματα, τα διαυγή περιγράμματα, την ανεπανάληπτη ρουμελιώτικη φύση και τον ανεκτίμητον ανθρώπινο μόχθο, την κατάφαση της ζωής και την αισιοδοξία του μέλλοντος, στο υπόλοιπο έργο του, γνωστό και διακεκριμένο ο ζωγράφος. Το πλήρωμα του χρόνου για τους πίνακες της ΚΑΤΟΧΗΣ-ΠΕΙΝΑΣ ήρθε και, με συγκλονιστική υποδοχή, το κοινό επισκέφτηκε πρώτη φορά την έκθεση την άνοιξη του 1980 σε διοργάνωση του Πολιτιστικού Κέντρου Φωκίδας, στην ισόγεια αίθουσα του παλαιού Δημαρχείου, όπου τότε στεγαζόταν και η Δημοτική Βιβλιοθήκη Άμφισσας. Από τους ανθρώπους που «τα είχαν ζήσει» και στους πίνακες αναγνώριζαν εαυτούς και συνανθρώπους, κυρίως εκείνους που χάθηκαν, ήρθε για άλλη μια φορά ελληνική αντίκρουση της καθ’ όλα σεβαστής άποψης πως «μετά το Άουσβιτς δεν υπάρχει ποίηση». Στον ελληνισμό με οποιοδήποτε τίμημα προσωπικό του καλλιτέχνη, η Τέχνη υποδαυλίζει και συντηρεί με αισθητικά αρτιωμένες μορφές, πάντα τη Συλλογική Μνήμη, ακόμη κι όταν χρειάζεται να υπενθυμίζει «οικεία κακά».
Επιθυμία του Χαράλαμπου Στέφου είναι η σειρά και των 62 πινάκων- που έχει από χρόνια προταθεί στο Δήμο η δωρεά τους- να παραμείνει ως σύνολο και να εκτίθεται αδιάλειπτα κι απρόσκοπτα στο κοινό. Γι’ αυτό και δεν έχει πουληθεί, ως σήμερα κανένας. Ευθύνη όχι των αρμοδίων, αλλά του τόπου κι όλων μας, είναι η πραγματοποίηση, με τους καλύτερους δυνατούς όρους αυτής της επιθυμίας.
ΚΑΤΟΧΗ – ΠΕΙΝΑ:
Δυο λόγια για την έκθεση….
Μπορεί να έχουν περάσει σχεδόν επτά δεκαετίες από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, να έχουν πολλά σημαντικά και μεγάλα γεγονότα μεσολαβήσει, όμως η φρίκη και ο εφιάλτης από τις φθίνουσες πλέον γενιές όσων τα έζησαν, τα θυμούνται και τα διηγούνται στους νεώτερους, δε λέει να σβήσει απ’ τις ψυχές. Ο πόλεμος και με πιο επώδυνη και αποτρόπαιη μορφή, δεν έχει πάψει ν’ απειλεί την ανθρωπότητα.
Η Τέχνη, πολύτιμος και ανεκτίμητος σύντροφος του ανθρώπου, πάντοτε παραστέκει εμψυχωτικά. Με των βιωμάτων την αμεσότητα παρέχει γνώση, ευαισθητοποιεί συνειδήσεις, διασφαλίζει τη συλλογική μνήμη. Η έκθεση «ΚΑΤΟΧΗ – ΠΕΙΝΑ» του εκλεκτού συμπατριώτη μας ζωγράφου κ. Χαράλαμπου Στέφου οργανώθηκε και παρουσιάζεται για να τιμήσει μνήμες πατέρων, αγωνιστών και θυμάτων. Να υπενθυμίσει οφειλές, σε έναν τόπο που πλήρωσε βαρύ το τίμημα της αθρόας συμμετοχής των παιδιών του στους πατριωτικούς αγώνες. Και να διατρανώσει τη βούληση των απλών ανθρώπων για Ειρήνη, δικαιώματα στη ζωή, όπως η εργασία, όλων με ισότητα, αξιοπρέπεια, ανθρωπιά και δημοκρατία.
Σε έναν κόσμο όπως ο σημερινός, με την αποσταθεροποίηση θεσμών και την υποβάθμιση των αξιών, η Τέχνη όταν είναι αληθινή, όπως του Χαράλαμπου Στέφου, κρατεί με την αυθεντική της έκφραση, ζεστή την καρδιά του ανθρώπου. Και μπορεί να του παράσχει εκείνα τα νοήματα για μια σταθερή πορεία, ακόμα και μέσα στην έρημο.
Ο Δήμος Άμφισσας, με επίγνωση της αξίας, αλλά και της ευθύνης έναντι της ανεκτίμητης ευγενικής προσφοράς του Χαράλαμπου Στέφου, δεν πρόκειται να σταματήσουμε τις προσπάθειες, ώσπου αυτό το πολυσήμαντο έργο ν’ αποτελέσει κτήμα διαρκώς προσιτό στο φιλότεχνο κοινό και τους επισκέπτες της πόλης μας.
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΑΜΦΙΣΣΑΣ ΣΕ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΤΗΣ ΑΜΦΙΣΣΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΩΚΙΔΑΣ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ
Αξέχαστε φίλε Μπάμπη,
Αισθάνομαι βαρύ στους ώμους μου το χρέος που έλαχε σε μένα να σου απευθύνω τον τελευταίο χαιρετισμό, σαν πρώτος πολίτης της αγαπημένης μας Άμφισσας. Της πόλης που τόσο αγάπησες και αποτύπωσες στον καμβά με την δεξιοτεχνία του πηλού και των χρωμάτων σου. Από μικρός κατέβηκες στην Άμφισσα από το Κόκκινο Δωρίδας.
Έζησες την φρίκη του πολέμου, επιβίωσες, πήγες μπροστά με τον τίμιο και σκληρό αγώνα σου. Έκανες μια αξιοσέβαστη οικογένεια. Παράλληλα ασχολήθηκες με την τέχνη, την αγαπημένη σου ζωγραφική. Άρχισε από μέσα σου να αναδύεται το αξιόλογο ταλέντο σου.
Μόνος σου, έχοντας σαν μοναδικό σου όπλο την μεγάλη σου αγάπη για την τέχνη, δημιούργησες έργο πλούσιο και πολύτιμο.
Αποτύπωσες με τον χρωστήρα σου τον κόσμο, όπως αυτός πέρασε μέσα από τα μάτια σου, σε όλο του το μεγαλείο, από τις χειρότερες μέχρι τις καλλίτερες στιγμές του. Η απαράμιλλη τέχνη σου, λειτουργώντας σαν ανεκτίμητος σύντροφος του ανθρώπου, μας εμψυχώνει και μας συμπαραστέκεται. Μας παρέχει γνώση, ευαισθητοποιεί συνειδήσεις και διασφαλίζει την μνήμη.
Ιδιαίτερα η σειρά των έργων σου με τίτλο «ΚΑΤΟΧΗ –ΠΕΙΝΑ» τιμά με τον καλλίτερο τρόπο μνήμες πατέρων, αγωνιστών και θυμάτων.
Μας υπενθυμίζει τις οφειλές μας σε ένα τόπο που πλήρωσε βαρύ το τίμημα στους αγώνες για την λευτεριά. Οι συμπατριώτες μας, οι Σαλωνίτισσες και οι Σαλωνίτες, θα σου είναι αιώνια ευγνώμονες για την προσφορά που έκανες στον Δήμο μας, το ανεκτίμητο αυτό έργο των χεριών σου. Εγώ προσωπικά αλλά και σύσσωμη η σημερινή Δημοτική αρχή, υποσχόμαστε να τηρήσουμε την υπόσχεσή μας να δημιουργήσουμε ένα χώρο, όπου θα λειτουργήσει σαν μόνιμο εκθετήριο των έργων σου, ώστε να μπορούν οι επερχόμενες γενεές να κάνουν κτήμα τους το μήνυμα που εκπέμπουν.
Από μέσα από την καρδιά μας θερμά συλλυπητήρια στην οικογένειά σου και ας είναι ελαφρύ το χώμα της Αμφισσαϊκής γης, πάνω στην οποία άφησες έντονα τα χνάρια σου, που σε λίγο θα σε σκεπάσει.