Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

Μόνιμη περιβαλλοντική ζημία από την τεχνητή λίμνη του Μόρνου- Τι λένε οι ειδικοι

blogger-image-930869376

Η μόνιμη περιβαλλοντική ζημία που έχει υποστεί η Δωρίδα τα τελευταία 35 χρόνια, από το 1981, που κατασκευάστηκε το φράγμα του ποταμού Μόρνου και άρχισε να λειτουργεί η τεχνητή λίμνη για την υδροδότηση του λεκανοπεδίου Αττικής μέχρι και σήμερα, αναδεικνύει επιστημονική τεχνική-οικονομική μελέτη που παρουσίασε ο δήμος. Όπως έγινε γνωστό από τον δήμο, «η ζημία, η οποία λόγω της λειτουργίας του Ταμιευτήρα θα συνεχίσει να υπάρχει και στο μέλλον, διατηρώντας ανοιχτό και ταυτόχρονα απόλυτα ισχυρό και αδιαμφισβήτητο το αίτημα της απόδοσης των ανταποδοτικών ωφελημάτων από το ελληνικό κράτος στο Δήμο Δωρίδος».

Ειδικότερα, οι επιπτώσεις αφορούν στο περιβάλλον και τα οικοσυστήματα, στη διάβρωση των ακτών, στα προβλήματα της καλλιεργήσιμης γης στην πεδιάδα του Μόρνου από την υπεράντληση των υπόγειων υδάτων και εν γένει το αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, που έχει αφήσει η διαχείριση των υδάτων της λίμνης από τον αρμόδιο φορέα, σε πολύ μεγάλη γεωγραφική έκταση. Επίσης, εξαιτίας των περιοριστικών όρων που έχει επιβληθεί σε μεγάλη ακτίνα γύρω από τη λίμνη, γίνεται λόγος για «αργό θάνατο υφιστάμενων κτηνοτροφικών και άλλων παραγωγικών μονάδων και παράλληλα τον αποκλεισμό νέων αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Παράλληλα, εντείνεται ο οικονομικός μαρασμός της περιοχής, από τη μεγάλη αύξηση των αποστάσεων μεταξύ των τοπικών κοινοτήτων και των αστικών εμπορικών κέντρων, λόγω ύπαρξης της τεχνητής λίμνης, που έχει ως επακόλουθο την αύξηση του κόστους ζωής, προϊόντων, μεταφορών, υπηρεσιών, την απαξίωση έως αχρήστευση εκτάσεων γης και περιουσιών, τη συρρίκνωση εισοδημάτων και τη συνεχή εγκατάλειψη της Δωρίδας από τον ενεργό πληθυσμό».

Βασική αιτία σύμφωνα πάντα με τους τοπικούς εκπροσώπους είναι η μερική και εντέλει πλημμελής και αποσπασματική ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της ευρωπαϊκής Οδηγίας για το νερό. Μάλιστα, όπως επισημαίνεται, «η πλήρης εφαρμογή των σχετικών με το νερό προβλέψεων της ευρωπαϊκής νομοθεσίας συνδέεται με αιρεσιμότητα του ΕΣΠΑ για την χρηματοδότηση περιβαλλοντικών έργων στην Ελλάδα άνω του 1 δις ευρώ, χρήματα που η χώρα σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θέσει σε αμφιβολία ή κίνδυνο. Η ορθή ενσωμάτωση της κοινοτικής νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο συνδέεται επίσης, έναντι της σημερινής ατεκμηρίωτης πολύμορφης και σε πολλές περιπτώσεις ασύδοτης χρέωσης του νερού, με την καθιέρωση νέων αξιόπιστων αντικειμενικών και δίκαιων κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης του νερού. Κανόνες που υπολογίζεται ότι ως επί το πλείστον θα οδηγήσουν σε φθηνότερες χρεώσεις του νερού από τις εταιρίες ύδρευσης της χώρας προς την συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών τους, ιδίως των ευαίσθητων κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων, που μαστίζονται από την οικονομική κρίση και έχουν ανάγκες».

Όπως ξεκαθάρισε ο δήμαρχος Δωρίδος, Γιώργος Καπεντζώνης, σε πρόσφατη εκδήλωση για την παρουσίαση της μελέτης, «ο δήμος δεν έχει καμία αντιδικία και ανταγωνισμό με οιονδήποτε τρίτο και εταιρία. Το αίτημα και η διεκδίκηση του Δήμου Δωρίδος να δοθούν αντισταθμιστικά/ανταποδοτικά ωφελήματα από την τεχνητή λίμνη του Μόρνου, απευθύνεται κατευθείαν στο ελληνικό κράτος», προσθέτοντας ότι «ο δήμος δεν πρόκειται να εγκαταλείψει μέχρι την ύστατη στιγμή την προσπάθεια πολιτικής συνεννόησης και λύσης με νομοθετική ρύθμιση, από τα συναρμόδια υπουργεία», ενώ έκανε γνωστό ότι τουλάχιστον σε επίπεδο πολιτικού διαλόγου και διαβούλευσης τόσο με εκπροσώπους της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης, αναθερμαίνονται για άλλη μια φορά οι δεσμεύσεις ικανοποίησης του αιτήματος.

Πηγή : Βρείτε στο rizopoulospost.com ειδήσεις και τελευταία νέα από την Ελλάδα. Δείτε ο καιρός σήμερα. Διαβάστε σημερινές εφημερίδες.

0 γιατρός Κ Μπερτσιάς , ο Γιώργος Μπερτσιάς , η Ευθυμία Μπερτσιά και μικρός Δημήτρης Μπερτσιάς 1990 

2010

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Της Κατερίνας Ροββά *
Επιστήμονες του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου που μελέτησαν
 εικόνες από δορυφόρους, διαπίστωσαν ότι το διάστημα 
2007-2010 το φράγμα του Μόρνου υπέστη αξιοσημείωτες 
παραμορφώσεις που άγγιξαν τα 6 εκατοστά εξαιτίας 
τεσσάρων σεισμικών δονήσεων. Ο καθηγητής
 Ισαάκ Παρχαρίδης μιλά για την έρευνα στο φράγμα του Μόρνου.


Αξιοσημείωτες παραμορφώσεις, που άγγιξαν σε μέγεθος ακόμη και
 τα 6 εκατοστά, υπέστη τα προηγούμενα χρόνια το φράγμα του 
 Μόρνου εξαιτίας τεσσάρων σεισμικών δονήσεων που εκδηλώθηκαν
 στην περιοχή.
Τα στοιχεία αφορούν τη χρονική περίοδο 2007-2010 και 
προέρχονται από την ανάλυση δορυφορικών λήψεων που 
επεξεργάστηκε ομάδα Ελλήνων επιστημόνων με επικεφαλής 
τον αναπληρωτή καθηγητή Τηλεπισκόπησης του 
Τμήματος Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Ισαάκ Παρχαρίδη.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε σε έγκριτα επιστημονικά 
περιοδικά του εξωτερικού, ανοίγει για πρώτη φορά τον
 δρόμο για την από το Διάστημα εξέταση των επιπτώσεων 
που προκαλεί ένας σεισμός στο ανθρωπογενές περιβάλλον
 και σε κομβικής σημασίας κατασκευές.
«Συνήθως χρησιμοποιούμε εικόνες από δορυφόρους για να
 δούμε τα αποτελέσματα του σεισμού στη Γη. Σκεφτήκαμε,
 λοιπόν, ότι θα είχε πολύ σημαντικότερο όφελος να δούμε
 πώς επηρεάζονται οι ευαίσθητες υποδομές από τους σεισμούς», 
εξηγεί ο κ. Παρχαρίδης.

Στο μικροσκόπιo

 «Αποφασίσαμε να εφαρμόσουμε πιο συστηματικά την τεχνική μας σε
 μια περιοχή που είναι από τις πιο ενεργές σεισμικά στην Ευρώπη, 
κοντά στον Κορινθιακό κόλπο. Ενα φράγμα είναι, άλλωστε, 
απαραίτητο να παρακολουθείται ως προς την εσωτερική διάβρωση και 
τη στατικότητά του, ειδικά ένα φράγμα όπως αυτό του Μόρνου 
από τον οποίο υδροδοτείται η Αττική».
Οι επιστήμονες έθεσαν στο μικροσκόπιό τους πέντε σεισμικά γεγονότα 
που συνέβησαν στην περιοχή τη χρονική περίοδο 1995-2010 ως 
δυνητικές πηγές παραμόρφωσης: τον σεισμό του Αιγίου που εκδηλώθηκε
 με μέγεθος 6,2 Ρίχτερ τον Ιούνιο του 1995, το σεισμικό σμήνος που 
έλαβε χώρα στην Τριχωνίδα με μεγέθη από 5 έως 5,2 Ρίχτερ τον 
Απρίλιο του 2007, τη δόνηση 6,4 Ρίχτερ που σημειώθηκε στη 
Μόβρη κοντά στην Ανδραβίδα τον Ιούνιο του 2008, το χτύπημα του 
Εγκέλαδου στην Αμφίκλεια με 5,1 Ρίχτερ τον Δεκέμβριο του 2008 και
 τον σεισμό που χτύπησε το Ευπάλιο με 5,1 Ρίχτερ τον Ιανουάριο του 2010.

Φωτο: Μάκης Αποστολακόπουλος

Το φράγμα της Λίμνης του Μόρνου

«Επιλέξαμε τα συγκεκριμένα γεγονότα με δεδομένο ότι είχαμε 
πληροφορίες για φαινόμενα από το 1992 μέχρι το 2010. Όλα συνέβησαν 
σε απόσταση 20-60 χιλιομέτρων από το φράγμα, με διαφορετικά μεγέθη 
και εστιακά βάθη», λέει ο κ. Παρχαρίδης. «Αν αφαιρέσουμε τον σεισμό 
του Αιγίου, οι υπόλοιποι τέσσερις, παρότι εκδηλώθηκαν σε μεγαλύτερη
 απόσταση από τον Μόρνο, είχαν επίδραση στο φράγμα. Επηρέασαν τη 
συμπεριφορά του και προκάλεσαν παραμόρφωση, η μέγιστη τιμή 
της οποίας μετρήθηκε από 4 έως 6 εκατοστά, μέγεθος αξιοσημείωτο.
Αυτό ήταν μια πάρα πολύ σημαντική πληροφορία κατ' αρχάς γιατί η 
ασφάλεια του συγκεκριμένου φράγματος είναι ζωτικής σημασίας και 
επίσης επειδή με την εργασία αυτή κάναμε ένα άλμα, περάσαμε από την
 παρατήρηση του φαινομένου στην παρατήρηση αντικειμένων που
 αφορούν την κοινωνία».
Γιατί, όμως, επηρέασαν το φράγμα τα συγκεκριμένα φαινόμενα και όχι 
κάποια άλλα; Αυτά είναι τα ερωτήματα που πρέπει τώρα να 
απαντήσουν οι επιστήμονες, εξηγεί ο κ. Παρχαρίδης.
«Πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν μιλάμε για μόνιμες παραμορφώσεις, 
οι κατασκευές έχουν συνήθως την ιδιότητα να απορροφούν τις αλλαγές, 
όμως τα στοιχεία δείχνουν ότι απαιτείται παρακολούθηση», λέει.
«Στην Ελλάδα έχουμε παντού σεισμούς αλλά και μεγάλα έργα όπως
 φράγματα. Η μελέτη μας είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για μηχανικούς
 κατασκευής έργων, σεισμολόγους και γεωλόγους. Εκείνοι θα μπορέσουν
 να κάνουν συγκρίσεις, να εξαγάγουν συμπεράσματα όπως ποια είδη 
σεισμών είναι αυτά που επιδρούν σε τέτοιες κατασκευές, αν παίζει ρόλο
 η απόσταση, το μέγεθος ή άλλοι παράγοντες και εκείνοι θα μπορέσουν
 να υποδείξουν τι μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται για την 
κατασκευή ανάλογων υποδομών».
Εξηγώντας την τεχνική που ακολούθησε η ομάδα για την επιστημονική 
μελέτη, η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού
 κύκλου του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, ο κ. Παρχαρίδης 
επισημαίνει ότι η στατικότητα των φραγμάτων επηρεάζεται
 και από το ύψος του νερού που υπάρχει μέσα τους.

Η στάθμη

«Η διαφοροποίηση της στάθμης στη λίμνη του Μόρνου 
κυμαίνεται από 20 έως 40 μέτρα τη χρονική περίοδο που εξετάσαμε.
 Αυτό είχε επίδραση στο φράγμα. Έπρεπε, λοιπόν, να το δούμε
 συνδυαστικά. Αναλύσαμε χρονικά την εξέλιξη της συμπεριφοράς 
του φράγματος σε σχέση με το νερό και "ρίξαμε" πάνω σε αυτά τα
 αποτελέσματα την επίδραση των σεισμών. Θέλαμε να δούμε αν
 αυτό το μοντέλο διακοπτόταν όταν είχαμε σεισμικό γεγονός».
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε με δορυφόρους που διαγράφουν 
τροχιά σε ύψος 800 χιλιομέτρων από τη Γη και εντάσσονται
 σε ένα καινούργιο δορυφορικό πρόγραμμα η χρηματοδότηση του
 οποίου έγινε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τον όρο τα
 δεδομένα της έρευνας που παράγονται να κατευθύνονται στην κοινωνία.
* Πηγή: http://www.et

Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

Ομοσπονδία Συλλόγων Β.Δ. Δωρίδας



ΤΟ ΔΩΡΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΕΝΤΡΟ, ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ ΤΟΥ 

ΜΟΡΝΟΥ, ΠΡΟΑΓΕΙ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΚΑΙ

 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟ

Λένας Μάντζιου*
















Το DORIC είναι μια εφικτή, καινοτόμος πρόταση για την ορεινή Δωρίδα; Το ερευνητικό κέντρο - μουσείο τεχνολογίας και τοπικής παράδοσης έχει τη δύναμη να προσελκύσει επισκέπτες και να υποστηρίξει τη μακρόχρονη παραμονή, την ευημερία και την προκοπή νέων επιστημόνων;


Σήμερα, που η κατάσταση της Ελλάδας αποδίδεται με όρους συνώνυμους της καταστροφής και οι άνεργοι ανέρχονται στο 1.500.000, η ιδέα της προόδου ζητά αναθεώρηση. Νέες στρατηγικές επιβίωσης αναδύονται και διαφαίνεται ήδη μια παλιννόστηση της υπαίθρου. Ολο και περισσότεροι άνθρωποι παραγωγικής ηλικίας σκέπτονται τη φυγή από την ασφυκτική αστική διαβίωση. Η μέχρι πρότινος μετανάστευση των νέων προς τις πόλεις, για την εύρεση υψηλότερου βιοτικού επιπέδου και τη συμμετοχή στο αστικό πρότυπο ζωής και ευημερίας, δεν αντάμειψε τις προσδοκίες τους.

Το ορεινό περιβάλλον διατηρεί ακόμα την αυθεντικότητά του, πράγμα που δεν συμβαίνει στις παράκτιες περιοχές. Οι δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές, με το ραγδαία εναλλασσόμενο τοπογραφικό ανάγλυφο, με τον ατέλειωτο διαμελισμό σε βουνά, χαράδρες, ποταμούς, λίμνες, διέσωσαν την ισορροπία φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Στη σημερινή συγκυρία, όπου το Διαδίκτυο αμβλύνει τα άλλοτε προβλήματα επικοινωνίας, οι ορεινές τοπικές κοινωνίες όλο και περισσότερο συνειδητοποιούν την αξία της προστασίας της φυσικής και πολιτισμικής κληρονομιάς της περιοχής τους και είναι επιφυλακτικές στη δήθεν ανάπτυξη άνευ όρων.




Οικοτουρισμός


Ο οικοτουρισμός, που αναδεικνύει τον πλούτο και τη μοναδικότητα του τόπου, μπορεί να συμβάλει στη διέξοδο από τη σημερινή οικονομική-κοινωνική-πολιτισμική-ψυχολογική κρίση;

Σε τι συνίσταται όμως η ιδιαιτερότητα της ορεινής Δωρίδας σε σχέση με άλλες ορεινές περιοχές της Ελλάδας; Το φυσικό κάλλος, τα διάσπαρτα απομεινάρια αιώνων που ανασύρουν μνήμες από την αρχαιότητα ώς την Αντίσταση, τα μονοπάτια της μετανάστευσης, αναγνωρίζονται ως αξίες σε πολλούς ορεινούς όγκους. Ομως, η μοναδικότητα της Δωρίδας οφείλεται αφ' ενός μεν στο τοπωνύμιό της που έχει οικουμενική απήχηση και αφ' ετέρου δε στην πολιτική επιλογή να γίνει η περιοχή η Υδρομάνα της πρωτεύουσας.

Τι δεσμεύσεις και τι δυναμικές κληροδοτεί στον τόπο η λίμνη του Μόρνου; Είναι εφικτό άραγε να υπερβούμε το άκαμπτο νομοθετικό πλαίσιο και να προτείνουμε την αξιοποίηση της λίμνης; Πόσο αυθαίρετη είναι άραγε η νομοθεσία, όταν δεν υπήρξε ποτέ μια περιβαλλοντική μελέτη επιπτώσεων από την κατασκευή της λίμνης και του φράγματος; Ποια είναι τα αντισταθμιστικά οφέλη για τη διαφύλαξη του παρθένου και δασώδους τόπου χάριν της υδροδότησης της Αθήνας; Η ΕΥΔΑΠ οφείλει να δημιουργήσει ένα καινοτόμο μουσείο στην τεχνητή λίμνη του Μόρνου, που θα παρουσιάζει στο ευρύ κοινό το εκτεταμένο και πολύπλοκο υδατικό σύστημα;

Αν και τα ερωτηματικά παραμένουν αναπάντητα, εν τούτοις δεν μπορούν να μας απαγορεύσουν να οραματιζόμαστε, να προτείνουμε τρόπους ανάπτυξης που σέβονται και αναδεικνύουν τη μοναδικότητα της ορεινής Δωρίδας.

Η πρόταση για το DORIC (DORic International Centre), το Δωρικό Διεθνές Κέντρο, που προάγει την περιβαλλοντική και τεχνολογική εκπαίδευση και συγχρόνως εμβαθύνει στην ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου, δείχνει εφικτή και εποικοδομητική. Το λιτό συγκρότημα εδράζεται στο στενό της λίμνης, αποκαθιστά τις δύο βυθισμένες γέφυρες και την επικοινωνία των οικισμών που χώρισε η λίμνη, επανασυνδέει τους Δωριείς της Διασποράς με το γενέθλιο τόπο, γίνεται ο σκοπός που φρουρεί τη λίμνη, η Πύλη για την εξερεύνηση της ορεινής Δωρίδας, ο χώρος που προάγει το διαδραστικό παιχνίδι και τη μάθηση των παιδιών.



Εξαγωγή προϊόντων


Ο πολιτισμικός τουρισμός σε συνδυασμό με την αρχιτεκτονική και περιβαλλοντική κουλτούρα, την αξιοποίηση του λογότυπου DORIC σε τοπικά προϊόντα με εξαγώγιμη δυναμική (αγροτικά, κτηνοτροφικά όσο και πολιτισμικά) μπορούν να συμβάλουν στην αξιοβίωτη ανάπτυξη της ορεινής Δωρίδος. Απαιτείται βέβαια αλλαγή στρατηγικής για προσέλκυση χρηματοδοτήσεων για τις υποδομές. Αντί για τη συνήθη πρακτική επαιτείας (για την ενίσχυση της πιο φτωχής ξεχασμένης περιοχής στο κέντρο της Ελλάδος), χρειάζεται να προβληθούν επιχειρήματα για την επιστροφή του χρέους στον τόπο που υδροδοτεί με πόσιμο νερό σχεδόν το μισό ελληνικό πληθυσμό και για τη διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών για τους κατοίκους που φυλάσσουν αυτό το περιβάλλον.

* Επίκουρη καθηγήτρια στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ
Πηγή: http://www.enet.gr



Πρόταση για νέα γέφυρα που θα συνδέει την στόχοβα με το λόφο του κάστρου στην θέση στενό του πάλαι ποτέ ποταμού Μόρνου .
Οι παλιές γέφυρες στα χάνια του Στενού  που καταστράφηκαν από την λίμνη του Μόρνου .


Τρίτη 30 Μαΐου 2017

ε ρε μπίρες!!!!!
ο Θύμιος Καραγιάννης και ο γιος του Κώστας στο χωριό των κουμπάρων τους στο Σαμάρι ΜΕΣΣΗΝΊΑΣ
φωτο από το προσωπικό αρχείο του Κ Κ

Κυριακή 28 Μαΐου 2017

Ο θρυλικός Ταρζάν του Θύμιου του Καραγιάννη, ήταν το μόνο αυτοκίνητο που υπήρχε στο χωριό  μας στην δεκαετία του 1960,
Ήταν ΟΠΕΛ ΟΛΥΜΠΙΑ ΤΟΥ 1952 αγοράσμένο  το 1960  απο τον Θύμιο και είχε άδεια αγροτικού  βέβαια στην πράξη ,ήταν παντός καιρού και δια πιάσαν χρήση !!!
από επιβατικό μέχρι ασθενοφόρο ...
Θυμάμαι σε κάποιο  πανηγύρι της Αγίας Μονής  είχα μετρήσει 19 επιβάτες κρεμασμένοι σαν τα σταφύλια μαζί και όλα τα συμπράγαλα ,τα απαραίτητα, για το υπαίθριο μαγαζί ....


Φωτό από το προσωπικό αρχείο του Κ Καραγιάννη 


Πέμπτη 11 Μαΐου 2017


Η δημογραφική ανάπτυξη των χωριών της Κεντρικής και Δυτικής Στερεάς στα μέσα του ΙΘ' αιώνα [1984]



Η δημογραφική ανάπτυξη των χωριών της Κεντρικής και
 Δυτικής Στερεάς στα μέσα του ΙΘ' αιώνα

Δημήτρη Λιθοξόου

Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό Τετράδια Πολιτικού Διάλογου έρευνας
 και Κριτικής,
τεύχος 8, Άνοιξη 1984. Δεύτερη ηλεκτρονική δημοσίευση: Μάιος 2010

I. Η παρούσα εργασία αποτελεί σύντομη περίληψη μέρους μιας ευρύτερης έρευνας
 για τη δημογραφική ανάπτυξη των χωριών της Στερεάς και της Πελοποννήσου
 στα μέσα του ΙΘ' αιώνα. Η εξεταζόμενη εδώ περιοχή αποτελείται από τους 
σημερινούς νομούς: Φωκίδας, Ευρυτανίας και Αιτωλοακαρνανίας. Πρόκειται 
δηλαδή για την Κεντρική και Δυτική Στερεά Ελλάδα, την κυρίως Ρούμελη,
 ένα γεωγραφικό διαμέρισμα ορεινό με έξοδο στον Κορινθιακό και στο Ιόνιο, 
σύνορα προς Β. με την Τουρκία και έκταση 9,5 εκ. στρέμματα.
Τα στατιστικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται σαν βάση για τους διάφορους 
απολογισμούς και συγκρίσεις είναι του έτους 1851, βρίσκονται στο έργο 
του Ιάκωβου Ρ. Ραγκαβή «Τα Ελληνικά» (τόμος Α’, Αθήναι 1853) και 
αναφέρονται στον αριθμό των οικιών και κατοίκων ανά χωριό ή κωμόπολη.
Η σύγκριση με την προεπαναστατική περίοδο έγινε δυνατή χάρη στους
 καταλόγους
 του F. Pouqueville («Voyage de la Grece», τόμος 3 & 4 - Paris 1826) όπου
 σημειώνεται
 ο αριθμός των οικογενειών κάθε χωριού, υπολογισμένη η οικογένεια
 σταθερά επί πέντε
 άτομα. Η συσχέτιση των παλαιών και νέων ονομάτων των χωριών,
 ιδιαίτερα δύσκολο 
πρόβλημα της ελλαδικής ιστορικής γεωγραφίας, πρόβλημα που
 δημιούργησαν τα
 απανωτά «εξελληνιστικά» κύματα μετονομασιών και ιδιαίτερα το 
προπολεμικό κύμα 
για την «εκβολή όλων των ονομάτων» σλαβικής, αλβανικής, τούρκικης κ.α.,
 προέλευσης, 
έγινε με βασικό βοήθημα την εξαίρετη δημοσίευση της Κεντρικής
 Ένωσης Δήμων και
 Κοινοτήτων «Στοιχεία συστάσεως και εξελίξεως των δήμων 
και κοινοτήτων»
 (Αθήναι 1962). Δυσκολίες πολλές παρουσίασε ο εντοπισμός 
των ερημωμένων 
πλέον χωριών. Όσο ήταν δυνατόν το ζήτημα αντιμετωπίστηκε 
με τους χάρτες: 
α) «CARTE DE LA GRECE», 1:200.000 - PARIS 1852
 (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη 
- GT 241-25), β) «DER MEERBUSEN VON KORINTH ODER LEPANTO AUFGENOMMEN V.
 LIEUTENANT
 OWENSTANLEY 1834, ERGANZT DCAPITAIN 4. L.
 NANNSELL IM JAHRE 1865… 1:200.000».
Τα χωριά τοποθετήθηκαν σε υψομετρικές βαθμίδες των 400 μέτρων (1-400,
 400-800, 800-1200 και άνω) ανάλογα με το σημείο της εγκατάστασης τους. 
Το ακριβές υψόμετρο των χωριών βρέθηκε με βάση το «Λεξικό των δήμων, 
κοινοτήτων και οικισμών της Ελλάδος», (ΕΣΥΕ, Αθήναι 1974) και τον 
«ΑΤΛΑΝΤΑ των δήμων και κοινοτήτων» (τομ. Α & Β, ΕΣΥΕ - 1948). 
Ορισμένα από τα ερημωμένα στις μέρες μας (αλλά κατοικούμενα στα
 μέσα του περασμένου αιώνα) χωριά εντοπίσθηκαν υψομετρικά με την 
βοήθεια α) των χαρτών της ΕΣΥΕ κλίμακας 1:200.000 β) των χωροταξικών
 χαρτών 1:200.000 εκδ. 1950 του Υπουργείου Οικισμού και Ανοικοδομήσεως
 γ) των αγγλικών στρατιωτικών χαρτών 1:100.000 εκδ. 1944. Αίτηση προς τη
 Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού χορήγησης χαρτών 1:100.000 για τις
 ανάγκες της έρευνας απορρίφθηκε από το 2ο επιτελικό γραφείο/3 του ΓΕΣ.
Η έλλειψη χώρου δεν επέτρεψε τη δημοσίευση ενός παραρτήματος - πίνακα με όλα τα χωριά. Δημοσιεύεται ωστόσο ένας χάρτης της Φωκίδας που περιέχει τα χωριά τοποθετημένα στην ακριβή υψομετρική θέση τους γραμμένα με τις παλαιές και νέες ονομασίες τους και χαραγμένα τα μονοπάτια της εποχής εκείνης [εδώ, στη δεύτερη ηλεκτρονική έκδοση, δημοσιεύονται άλλοι τέσσερις χάρτες που είχα σχεδιάσει για αυτή την εργασία και
 υπήρχαν στο αρχείο μου].
II. «Χωριό» θεωρήθηκε κάθε οικιστική συγκέντρωση, εκτός των λιμένων, των
 κωμοπόλεων, των λίγο κατοικούμενων θέσεων και των καλυβιών. Η πρώτη
 κατηγορία που περιλαμβάνει τα χωριά με υψόμετρο 1-400 μ. χαρακτηρίστηκε 
πεδινή-παράκτια η δεύτερη 400-800m. ημιορεινή και η τρίτη 800-1200m. και 
άνω ορεινή ζώνη.
Συνολικά εντοπίσθηκαν επί χάρτου 393 χωριά. Από αυτά τα 109 ήταν πεδινά-παράκτια, 
τα 143 ημιορεινά και τα 141 ορεινά. Τα πεδινά-παράκτια χωριά συγκέντρωναν 57.852
 οικίες και 27.047 κατοίκους, τα ημιορεινά 6.621 οικίες και 35.192 κατοίκους, τα ορεινά 7.810 οικίες και 45.640 κατοίκους. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι το μέσο πεδινό-παράκτιο χωριό είχε 53 οικίες, 248 κατοίκους και 4,7 κατοίκους/οικία, το ημιορεινό
 46 οικίες, 246 κατοίκους και 5,3 κατοίκους/οικία, το δε ορεινό χωριό 55 οικίες, 324 κατοίκους και 5,8 κατοίκους/οικία. Φαίνεται δηλαδή πως το ορεινό χωριό είναι μεγαλύτερο
 σε αριθμό οικιών και κατοίκων από το ημιορεινό και το πεδινό καθώς επίσης ότι
 ο αριθμός των κατοίκων ανά οικία (το μέγεθος της οικογένειας) αυξάνει μαζί με το υψόμετρο.
Για να γίνει η σύγκριση με τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας δημιουργήθηκε 
από τους πίνακες του Pouqueville ένα ικανοποιητικό δείγμα με εντοπισμένα 
υψομετρικώς χωριά από τις περιοχές Μαλανδρινό, Λιδωρίκι, Βενετικό, Γκράβαρα,
 Αγραφα, Βλαχοχώρια, Πολιτοχώρια, Σοβολάκου. Τα χωριά που επιλέχθηκαν
 υπάρχουν και στον Ραγκαβή. Έτσι είναι δυνατή η σύγκριση. Συνολικά τα χωριά 
αυτά είναι 166. Μεταξύ 1-600m. βρίσκονται 30 χωριά με 4.345 κατοίκους στις
 αρχές του αιώνα και 5.601 το 1851. Δηλαδή το μέσο χωριό είχε 145 κατοίκους
 και 187 αντίστοιχα, σημείωσε δηλαδή μια αύξηση 29%. Άνω των 600 m. 
υπάρχουν 136 χωριά με 27.355 κατοίκους επί τουρκοκρατίας και 41757 στα
 μέσα του αιώνα. Εδώ το μέσο χωριό είχε 201 και 307 κατοίκους, η αύξηση 
συνεπώς ήταν 53%. Το συμπέρασμα από την παράθεση αυτών των στοιχείων 
είναι ότι οι ορεινοί πληθυσμοί πολλαπλασιάζονται την πρώτη εικοσαετία του
 Ελληνικού Βασιλείου, εντός του εξεταζόμενου γεωγραφικού διαμερίσματος, 
με ρυθμούς αρκετά μεγαλύτερους από τους κατοίκους των πεδινών και των
 παράκτιων χωριών. Η σκέψη που θα μπορούσε να γίνει, ότι μετά την 
ανεξαρτησία και τη δημιουργία κράτους θα άρχιζε ένα αντίστροφο ρεύμα από 
αυτό της φυγής προς τα ορεινά των χρόνων της οθωμανικής κυριαρχίας, μία 
επιστροφή προς τους κάμπους και τις ακτές, όσο τουλάχιστον αφορά την
 Κεντρική και Δυτική Στερεά Ελλάδα, ανατρέπεται από τους αριθμούς.
Τι ερμηνείες μπορεί να προταθούν για αυτό το γεγονός; Πρώτα πρέπει να
 ειπωθεί πως τα πεδινά-παράκτια χωριά, όσα βρίσκονταν πάνω στα βασικά 
μονοπάτια - στα «τουρκοδρόμια»- είχαν τις μεγαλύτερες υλικές και έμψυχες 
απώλειες κατά την διάρκεια των πολύχρονων συγκρούσεων του πολέμου της 
ανεξαρτησίας. Ακόμα οι μουσουλμάνοι κάτοικοι ήταν εγκαταστημένοι στα πεδινά.
 Έτσι ο πληθυσμός των ορεινών δεν επηρεάστηκε από την μετεπαναστατική
 αποχώρηση τους [σημείωση 2010: το σωστό είναι όχι «αποχώρηση», αλλά 
σφαγή ή φυγή].
Ένας άλλος λόγος είναι η «ασφάλεια» και η αναπαραγωγή του πατροπαράδοτου
τρόπου ζωής που πρόσφεραν οι βουνοκορφές στους κατοίκους της. Η ζωή με τον
 κίνδυνο των αγριμιών και την υποφερτή ενόχληση των ληστοσυμμοριών ήταν
 μία συνήθεια αιώνων. Το βαυαρικό βασίλειο, η νέα κρατική εξουσία με τους 
νόμους και τους χριστιανούς φοροεισπράκτορες της ήταν όμως περισσότερο
 απειλητική για τους ορεσιβίους από ότι τα αγρίμια οι ληστές κι ακόμα ο 
τούρκος δυνάστης. Όσο λοιπόν μεγάλωνε η απόσταση από τους «δρόμους»
 και τις σκάλες τόσο πιο ήσυχοι ήταν οι άνθρωποι του χωριού.
Επίσης πρέπει να υπογραμμιστεί η σημασία της μικρής ορεινής ιδιοκτησίας.
 Το σκαμμένο με κόπο στην πλαγιά του βουνού φτωχό μικροχώραφο, στάθηκε
 πόλος έλξης ισχυρότερος από την καλλιέργεια των «εθνικών γαιών» 
(των πρώην τούρκικων κτημάτων) που ήταν στα πεδινά ή τις αβέβαιες 
επαγγελματικές υποσχέσεις που πρόσφερε η μικρή αγορά της κωμόπολης.
Όσον αφορά την ορεινή οικογένεια που είναι κατά ένα άτομο μεγαλύτερη 
από την πεδινή, εκτός από τους λόγους που προαναφέρθηκαν για την ανάπτυξη
 των ορεινών χωριών, είναι δυνατόν να υποθέσει κανείς ότι η πατριαρχική δομή 
είναι ισχυρότερη στα μεγάλα υψόμετρα. Οι αντίξοες συνθήκες, το σχεδόν εχθρικό
 φυσικό περιβάλλον, ο συνεχής αγώνας επιβίωσης που γίνεται σκληρότερος όσο 
ανεβαίνεις προς τις βουνοκορφές, ευνοεί την δημιουργία πολυμελών οικογενειών.


Σημείωση
Η θεωρία που έχει διατυπώσει η Ελένη Αντωνιάδη-Μπιμπίκου (Βλ. το άρθρο
 της «Τα ερημωμένα χωριά στην Ελλάδα» στην έκδοση της «Μέλισσας» 
«Η οικονομική δομή των Βαλκανικών χωρών στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας») 
για τη «νεότητα» του σύγχρονου οικισμένου αγροτικού χώρου ανατρέπεται από την επεξεργασία των στοιχείων αυτής της έρευνας. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: 
Η Ε. Μπιμπίκου υποστηρίζει ότι από τα μέσα του 10 αιώνα μέχρι την απογραφή του 
1961 συνέχισαν να κατοικούνται στην Φωκίδα 15 χωριά και στην Κορινθία 38. 
Τα υπόλοιπα χωρία που υπήρχαν το 1851 ερημώθηκαν και κατόπιν δημιουργήθηκαν
 σε άλλες τοποθεσίες νέα χωριά. Ωστόσο οι πραγματικοί αριθμοί είναι πολύ μακριά 
από τα νούμερα αυτά. Η συγκεκριμένη έρευνα που κάναμε, με ακριβή επί χάρτου καταμέτρηση, ανατρέπει ουσιαστικά την παρουσιαζόμενη εικόνα και τα παρεπόμενα 
της συμπεράσματα. Συγκεκριμένα στην Φωκίδα τα χωριά που κατοικούνταν,
 τόσο το 1851 όσο και το 1961, ήταν 90 ενώ στην Κορινθία ήταν 103.