οι τσοπάνικες δεισιδαιμονίες όπως τις κατέγραψε ο Δωριέας ( από ΑΡΤΟΤΊΝΑ ) Λαογράφος Δημ. Λουκόπουλος , (δημοσιεύτηκαν το 1930 ).
Παρουσιάζει: ο Βίκτωρ Σαμπώ
Δεν αφήνει ο τσοπάνης να χιλιάσουν τα πράματα στο κοπάδι του . Σφάζει ένα δυό ,
μην τύχει και πατήσουν στη χιλιάδα , και τότε χάνεται το βιό ......
μην τύχει και πατήσουν στη χιλιάδα , και τότε χάνεται το βιό ......
Έτσι θέλουν να πούν . Στα παλιά τα χρόνια όμως τάφηναν και χίλιαζαν ,
αλλά τα ντιλάλαγαν . Έβαναν και φώναζε ένας στη μέση στο χωριό ,
στο μεσοχώρι που λένε , κι’ έλεγε : ο δείνας τα χίλιασε ! Έτσι έκοβαν
τη βοή του κόσμου , και το βιό δεν πάθαινε τίποτα .
Την ημέρα τ’ Αι – Βασιλειού ταίζουν τα θηλυκά φακή . Έχουνε την ιδέα πως η φακή
έχει τη δύναμη να τα κάμει να γεννούνε όλο θηλυκά . Επίσης και τον καιρό στον
μαρκάλο τους δίνουν φακή , – κάνα δυό φορές – και λένε πως πετυχαίνουν το σκοπό τους .
Η διαλένε τραγί με διχαλωτά λιμπά κι’ αφήνουν τη γίδα μ’ αυτό να μαρκαληθεί .
Κι’ αν θέλουν να τους γεννήσουν αρσενικά , τα ταίζουν σκοτωμένο τσίτσικα .
Τον τρίβουν , τον ανακατεύουν με πίτουρα και αλάτι . Τα πράματα ξεγελιόνται
απ’ το πίτουρο και τον τρώνε . Είναι όμως και πολλά που δεν κοιτάνε κατά τα πίτουρα .
Τους τα χουμπώνουν λοιπόν με το στανιό στο στόμα . Να τι κάνει η δεισιδαιμονία !
Αν ιδούν πως οι γίδες μαρκαλιόνται με νταμάρια άσογα – όχι καλή ράτσα – και
πρόκειται να γεννήσουν ζαρικάτσικα , λισβά αρνάκια , τα στρίβουν . Το στρίψιμο
γίνεται με τ’ αλάτι . Τα ταίζουν δηλαδή αλάτι και παραδέχονται πως ο
σπόρος που πήραν πάει στα πουφ. Γιά να ξαναγκαστρωθούν , πρέπει να
μαρκαληθούνε και πάλι . Διώχνουν λοιπόν τα ζαρότραγα απ’ το κοπάδι
κι’ αφήνουν τα σοιλίτικα νταμάρια μ’ αυτά να μαρκαλιόνται. Παραδέχονται επίσης πως
άμα φάνε τα γκαστρωμένα χλωρόν καπνό , γυρίζουν , αν έχουν αρσενικό , αλλάζει και
γίνεται θηλυκό .
Γιά την Αστραπή έχουν δικές τους ιδέες οι τσοπάνηδες . Είναι Αέρηδες , λένε .
Πολεμάνε αναμεταξύ τους τα θερία . Γιά να ξατμίσουνε , πετάνε τον αστραπόβολο κάτω . Κι’ ο αστραπόβολος πάει σαράντα οργυιές μεσ’ τη γη , κι’ απάνω στις σαράντα θα ξανάβγει πίσω . Μόλις βγαίνει , τον
κατουράει η Δαιμονική συνεργία , γιά να μην είναι χρήσιμος . Ο Δαίμονας , λένε πως
πάει και τρυπώνει σε έλατο , σε πράμα , σε άνθρωπο , σε ό,τι ανασαίνει μπροστά του .
Και γι’ αυτό ρίχνουνε τον αστραπόβολο οι Α’ερηδες και στα πράματα , γιά να βρει και
σκοτώσει το δαιμόνιο, πούναι τρυπωμένο μέσα τους . Αντίς να βαρέσει κείνο όμως ,
σκοτώνει τα πράματα .
Σφαχτό δεν κάνει να σφάξει η γυναίκα με το χέρι της , γιατί το πράμα πάει θράσιο .
Επίσης άμα γυναίκα τύχει και σκοτώσει σκυλί , γάτα , ό,τι ζώο , τα καμωτά τα ρούχα
δεν γένονται , αν τα πάει σε μαντάνι , σε ντριστίλα . Λειτουργιά επίσης δεν γένεται
( δεν ζυμούται ) ζυμωμένη απ’ τα χέρια της . Μαγαρίζει λοιπόν η γυναίκα από το αίμα ,
και γι΄αυτό φυλάγεται από τέτοια πράματα .
Έχουν την ιδέα οι τσοπαναραίοι , πως ο δαίμονας φυλάει τα πράματα από κάθε κακό
και τ’ αυγαταίνει κιόλας , φτάνει να τα βελονιάσουν . Βελόνιασμα είναι : Σουβλερεύουν
σκύλινο κόκκαλο .Το ξυούν , λιαναίνει και γίνεται ίσια με βελόνι . Τρυπούν το μπούτι του
κριαριού απ’ το πίσω ποδάρι και το μπήγουν βαθειά στο κρέας , να μη φαίνεται . ‘Ύστερα
παραδίνουν το νταμάρι . Λένε δηλαδή : να σε πάρει ο διάολος ! Να σου πάρει ο διάολος
τον κούτουλα σ’ ! τον κόφτη σου ! την καρδάρα ! όλα όσα έχει το βλαχοκόνακο ,
τα παραδίνουν στο Δαίμονα .
Έρχεται ο καιρός στο μαρκάλο . Το βελονιασμένο περάει τις προβατίνες .
Όλα τ’ αρνιά που γεννιόνται, βγαίνουν βελονιασμένα στο μπούτι . Έχουν δηλαδή κι’
αυτά στο μπούτι το σκυλοκοκκαλάκι , πόχει το κριάρι . Μαγαρισμένα είναι , σου λένε ,
τα φυλάει ο Δαίμονας .
Όλα τ’ αρνιά που γεννιόνται, βγαίνουν βελονιασμένα στο μπούτι . Έχουν δηλαδή κι’
αυτά στο μπούτι το σκυλοκοκκαλάκι , πόχει το κριάρι . Μαγαρισμένα είναι , σου λένε ,
τα φυλάει ο Δαίμονας .
Όλες οι αστένιες και τ’΄΄αλλα κακά τα διώχνει ο Δαίμονας , που φυλάει τα βελονιασμένα
.Ένα μονάχα ελάττωμα έχουν αυτά τα πράματα , είναι το κρέας τους άνοστο .
.Ένα μονάχα ελάττωμα έχουν αυτά τα πράματα , είναι το κρέας τους άνοστο .
Το παραδέχονται γιά σωστόν αυτόν τον μύθο οι τσοπαναραίοι , ώστε ένας τσοπάνης μου
διηγήθηκε , πως καθώς έτρωγε ψητό κρέας , του μπήκε ανάμεσα στα δόντια το
κοκκαλάκι . Από μαγαρισμένο πράμα ήταν το κρέας !
Οι καθ’ αυτό βλάχοι έχουν κι ένα ζακόνι . Φέρνοντας μιά καινούργια νύφη στα τσαρδιά τους ,
την τυφλοπανιάζουν και της λένε .
διηγήθηκε , πως καθώς έτρωγε ψητό κρέας , του μπήκε ανάμεσα στα δόντια το
κοκκαλάκι . Από μαγαρισμένο πράμα ήταν το κρέας !
Οι καθ’ αυτό βλάχοι έχουν κι ένα ζακόνι . Φέρνοντας μιά καινούργια νύφη στα τσαρδιά τους ,
την τυφλοπανιάζουν και της λένε .
– Βλέπεις νύφη ;
– Βλέπω’ λέει .
– Του χρόνου να μην ιδείς , η λίπα να μη σου λείψει . Τα μαλλιά να μη σου λείψουνε .
Το κλωτσοτύρι να μη σου λείψει .
Το κλωτσοτύρι να μη σου λείψει .
Άμα οι γίδες είναι γκαστρωμένες , σφαχτό δικό τους δεν ψαίνουν οι γιδαραίοι γιά να φάνε .
Έχουν την ιδέα , πως αν σφάξουν και ψήσουν , απορίχνουν τα γκαστρωμένα . Κρέας ωμό
όμως δεν τόχουν σε κακό , τρώνε .
Κάποτε ο σκαρπιάς τσιμπάει τα πράματα εκεί που βόσκουνε . Πρίσκεται το μέρος και γιά να
περάσει ο πόνος , το γητεύουνε .
Το γήτεμα :
Πέρα δώ στον αγραπδόκαμπο τρία καρδάρια κρέμουνται,
τόνα μέλι τ’ άλλο γάλα τ’ άλλο του σκαρπιά το αίμα .
τόνα μέλι τ’ άλλο γάλα τ’ άλλο του σκαρπιά το αίμα .
Ποιός ξέρει από τι , βλέπεις καμιά φορά και πρήσκονται των πραματιών τα τσαούλια
σαν απ’ ανεμικό , σαν από μπλούτισμα . Περνάει με γήτεμα :
Το ζωνό το κουτσοκέρατο, η Κυρά η Κάλλω , Η Παναγιά η Δέσποινα , κι ο Αι Γιάννης ο
Πρόδρομος .
σαν απ’ ανεμικό , σαν από μπλούτισμα . Περνάει με γήτεμα :
Το ζωνό το κουτσοκέρατο, η Κυρά η Κάλλω , Η Παναγιά η Δέσποινα , κι ο Αι Γιάννης ο
Πρόδρομος .
Λέγοντας το σταυρώνει τον πόνο ο τσοπάνης και περνάει .
Τη λαμπάδα της Ανάστασης την πάνε αναμένη ως το σπίτι οι τσοπάνηδες . Εκεί τη σβούνε
και την κρύβουν κάπου . Είναι καλά να την ανάβουν , αν τύχει αβασκαμός σε πράμα
περνάει . Κι αν δεν πήζει το γάλα , να γίνει τυρί , στάζουν μέσα και πήζει ύστερα .
Τη λαμπάδα της Ανάστασης την πάνε αναμένη ως το σπίτι οι τσοπάνηδες . Εκεί τη σβούνε
και την κρύβουν κάπου . Είναι καλά να την ανάβουν , αν τύχει αβασκαμός σε πράμα
περνάει . Κι αν δεν πήζει το γάλα , να γίνει τυρί , στάζουν μέσα και πήζει ύστερα .
Τη μέρα της Λαμπρής κόκκινα αυγά δεν μαλάζουν , όσοι έχουν πράματα , κι’ άσπρα ακόμα
δεν κάνει να μαλάξουν . Αν τύχει και το κάμουν , τα πράματα βγάζουν γλίθρες η λιθοβόλια ,
κάτι σπυράκια στο κορμί τους .
Επίσης γάλα δεν τρώνε τη Λαμπρή οι πραματαραίοι . Λένε , πως , αν φας μυιγοχέζει στο
στόμα τ’ ανθρώπου η σκουληκόμυιγα . Και τότε πρήσκεται και υποφέρεις όσο να ειπείς .
Παραδέχονται πως η προβατίνα έχει στην κοιλιά της άτεκνο , κάτι σαν κοκκαλάκι .
Γίνεται αυτό , όντας γκαστρωμένη χωνέψει τ’ αρνί . Τοβρίσκουν λοιπόν , άμα σφάξουν
το πράμα και το φυλάνε . Τρίβοντας απ’ αυτό σε λίγο νερό και πίνοντας γυναίκα ,
κόβει τα παιδιά , δεν ξαναγεννάει .
ΑΓΝΩΣΤΕΣ..ΛΕΞΕΙΣ .
Ζακόνι = έθιμο
Λίπα = Λίπος γουρουνιού .
Τσαούλια = σαγόνια .
Την Πρωτομαγιά γυναίκες αναποδες κάνουν στραπάτσες . Παίρνουν μιά τσαντήλα ,
πάνε μπροστά απο κει που βόσκουν τα πράματα , σφογγίζουνε τα χορτάρια , τους
παίρνουν τη δροσιά και δεν προκόβουν .
Σε πολλά χωριά παραδέχονται πως το κλαρί όπου κρέμαγαν ζωοκλέφτες κλεμένο σφαχτό
γιά να το γδάρουν , ξηραίνεται .
Όταν αρχίσει ο γέννος , καλό είναι να μην πρωτογεννηθεί λάγιο αρνί . Πολλές δυσκολίες
γίνονται τότε στο κοπάδι .
Την Πρωτομαγιά τα κορίτσια απ’ τ’ Άγραφα πάνε στη βρύση νύχτα , την αλείφουν με
βούτυρο . Παίρνουν νερό και το φέρνουν στο σπίτι . Μ’ αυτό βρέχουν τις καρδάρες μ τα
μποτινέλια , ( όπως λένε τις βούρσες ) , και τα πράματα στο μαντρί . Αλλά τα κορίτσια που
κάνουν τέτοιο πρ’άμα , πρέπει να είναι μικρά , να μην έχουν διαβολιές μέσα τους .
Τ’ Αι – Βασιλειού το πρωί ο αφέντης των πραματιών έρχεται στο μαντρί . Φέρνει τη
βασιλόκλουρα του πιστικού η τ’ μεσιακάρη .Αυτή γιά το γούρι έχει ένα αυγό μπηγμένο
στη μέση και κάτι νόμισμα . Επίσης σπάζει ένα ρόιδο στην πόρτα απ’ το μαντρί πετώντας
το με δύναμη. Τόχει γιά καλό .
Όταν θα πρωτοβάλουν τα γαλάρια στο γαλαρομάντρι , βάνουν τσεκούρι στην πόρτα
γιά ν’ αδρακελήσουν τα πρόβατα και στεριωθούνε .
Από κρέας μαρμάρας προβατίνας η γίδας δεν κάνει να τρώνε τα κορίτσια γιατί τον
καιρό που θα παντρευτούν , θα μείνουν άτεκνα .
καιρό που θα παντρευτούν , θα μείνουν άτεκνα .
Καλό είναι , λεν οι τσοπάνηδες , άμα τ’ αρνιά γεννιόνταν ν’υχτα . Γιά τα κατσίκια
παραδέχονται το αντίθευο , γούρικο είναι να γεννιώνται τη μέρα .
Ταίζουν τα πράματα ψάρι , πέστροφα , γιατί έχουν την ιδέα , πως δε θα στέκονται τότε να
τα ζυγώσει ξένος , και να τα κλέψει .
Παραδέχονται πως η προβατίνα έχει στη σφαζιά της ένα κοκκαλάκι . Στο σφάξιμο το
βρίσκουν όσοι ξέρουν την αξία του το παίρνουν και το σέρνουν πάνω τους .
Αυτό τους κάνει να αγαπιόνται απ’ τον κόσμο , λένε .
Αν ιδεί κακό μάτι κριάρι να μαρκαλάει προβατίνα , λένε πως σταματάει η ορμή του ,
κακό πράμα γιά τον τσοπάνη .
Παχουλό κι’ όμορφο αρνί η κατσίκι , αν ιδεί κακό μάτι , την ώρα που [παίζει , σκιάζει ,
πάει στον τόπο . » Του την έδωκε με το μονόβολο ο κιαρατάς η η στρίγγλα ( αν είναι γυναίκα ) ! «, λέει ο τσοπάνης .
Την Πρωτομαγιά βγάνοντας τα πράγματα απ’ τα μαντριά οι τσοπαναραίοι τα χτυπούν
με φύλλα καρυδιάς , γιά να φέρουν πολύ γάλα .
Τα Φώτα αγιάζουν τα πράματα μ’ αγιασμό απ’ την εκκλησιά φερμένον .
Όταν σημαδεύουν τα πράματα στ’ αυτιά γιά να γνωρίζονται , παίρνουν τ’ αποκόματα και
τα ρίχνουν όπου τρέχει νερό ( βρύση , ρέμα ) και λένε : όπως
τρέχει το νερό , να τρέχουν και τα πράματα .
Όταν αρχίσει ο μαρκάλος γιά να μην κοπεί πρέπει να πράματα ν’ ακολουθούν το ίσιο σύρμα
( διεύθυνση ) στη βοσκή .
Την ημέρα της Ανάληψης ταίζουν τα πράματα αλάτι . Το ξετάζουν .
Άν ιδούν οι τσοπάνηδες μικρά παιδιά τους , πως ξεχωρίζουν τη σπρούχνη ( ανθρακιά ) ,
και κάνει το καθένα δική του φωτιά , τόχουν γιά κακό . Κόβονται τα μπουλούκια , ξεχωρίζουν
και δεν συμμαζεύονται , σου λένε .
Νύχτα δε δανείζουν οι τσοπάνηδες αλάτι . Είναι κακό γιά τα πράματα το δάνεισμα , αυτό
παραδέχονται .
Την ημέρα των Χριστουγέννων γυρίζοντας απ’ την εκκλησιά οι τσοπάνηδες στ΄Άγραφα ,
παίρνουν μιά μπάτσα η κλωνάρι από κέδρο η πουρνάρι και τα βάζουν στη φωτιά .
Ανάβουν και τριτσοβολούν . Τότε λένε : » Όπως πηδάει το κλαρί να πηδάνε τ’ αρνάκια και
τα κατσίκια » .
Αν τύχει και ψοφήσει πράμα γύρω στο μαντρί η κοντά στη στρούγκα , λένε , πως κάνει
να το φάνε , εννοείται βέβαια πως πρέπει να προφτάσουν να το σφάξουν , γιά να
μην πάει θράσιο . Το γδέρνουν λοιπόν και μαγερεύουν το κρέας του. Δεν κάνει να
φάνε από κείνα που ψοφάνε μακρυά απ’ τα κατοικειά . Αυτά τα πετάνε .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου